Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Τέμενος Μενδρεσέ (3)


ΟΙ ΣΚΙΕΣ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
(μία απάντηση στον Μητροπολίτη)

                                                                                                                                                 7.7.2010

«Τα βαρέα τείχη και οι ογκώδεις κίονες του Θησείου, η στέγη η μεγαλοβριθής, δεν εξεπλάγησαν προς την φωνήν, προς το μέλος εκείνο. Την ενθυμούντο, την ανεγνώριζον. Και άλλοτε την είχον ακούσει. Και εις τους αιώνας της δουλείας και εις τους χρόνους της ακμής. Η μουσική εκείνη δεν ήτο τόσον βάρβαρος, όσον υποτίθεται ότι είναι τα ασιατικά φύλα. Είχε στενήν συγγένειαν με τας αρχαίας αρμονίας, τας φρυγιστί και λυδιστί».

Μέσα σε τρεις μόλις αράδες, ο άγιος Παπαδιαμάντης το 1896 (Άπαντα ΙΙΙ, 111 επ.) εξιστόρησε το ιστορικό παρόν και την πολυπολιτισμική διαδρομή της ιστορίας του τόπου μας. Πρόκειται, όπως εύστοχα χαρακτηρίστηκε «Ο ξεπεσμένος δερβίσης», για έναν λόγο θριάμβου της ετερότητας, την οποία όμως, όπως φάνηκε από την προχθεσινή απάντηση του στο άρθρο μου, αδυνατεί ο Μητροπολίτης μας να κατανοήσει ή δεν επιθυμεί να αποδεχτεί.

Περίμενα να διαβάσω έναν λόγο (τουλάχιστον) ανεκτικότητας στην ετερότητα (πέρα από θρησκευτικές κι εθνοτικές διακρίσεις) κι αντ’ αυτού διαβάσαμε ένα ακατάστατο λογύδριο ανθρώπου που τον κατέλαβε πανικός, επιδιδόμενος σε κεκαλυμμένες συκοφαντίες και ύβρεις και σε διαστροφή της πραγματικότητας. Ένα λογύδριο βουτηγμένο στο εθνικιστικό μίσος που παραπέμπει στον θρησκευτικό πρωτογονισμό του Μεσοπόλεμου και στο εθνικιστικό παραλήρημα που θυμίζει τα εθνικά κηρύγματα της 4ης Αυγούστου και της Χούντας της «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» και παραπέμπει στη μισαλλόδοξη ρητορική τύπου Λιακόπουλου, Καρατζαφέρη κλπ., διανθισμένο με φαντασιώσεις αλυτρωτισμού, με μεγαλοϊδεατισμούς και γραφικές τσιρίδες εθνικού ενθουσιασμού, όπως κάθε φορά που η Εθνική Ελλάδος περνάει την γραμμή του κέντρου προς την αντίπαλη άμυνα.

Σεβασμιότατε. Θα πρέπει να αντιληφθείτε ότι είστε δημόσιο πρόσωπο και ως τέτοιο θα υποβληθείτε στην κριτική των έργων σας που έχουν δημόσιο χαρακτήρα. Δεν χαίρετε ασυλίας λόγω της ιδιότητας σας, ούτε βρίσκεστε στο απυρόβλητο. Και το σημαντικότερο: δεν έχετε κανένα δικαίωμα να περιχαρακώνετε έναν κόσμο, να τον ταυτίζετε με το δικό σας εθνικοχριστιανικό στερεότυπο και να αποκλείετε έναν άλλο κόσμο που έχει δικαίωμα και λόγο να ενδιαφέρεται για την τύχη των μνημείων της πόλης του. Δεν έχετε δικαίωμα να στερείτε από έναν κόσμο ορθόδοξων χριστιανών, στους οποίους απευθύνεστε, να ατενίζει στο μέλλον και να οικοδομεί δεσμούς αλληλεγγύης και σχέσεις σεβασμού με διαφορετικούς πολιτισμούς, ανθρώπους και τρόπους ζωής. Είναι ο κόσμος που δεν πάσχει από αλυτρωτισμούς, όπως εσείς, που δεν μισεί και δεν φοβάται την Ιστορία του, όπως εσείς, ούτε την θάβει στα κατακάθια της μνήμης, όπως εσείς. Είναι ένας κόσμος που θεωρεί τον Άλλο εικόνα του Εαυτού του (πόσο πιο θεολογικό ακούγεται αυτό ε;), ένας κόσμος που δεν φοβάται να μιλήσει για τα ξίφη των Οσμανιδών σε βάρος των Χριστιανών αλλά και για τα ξίφη των Χριστιανών σε βάρος κάποιων άλλων. Ένας κόσμος που δεν θέλει να ανταποδώσει ξίφη στα ξίφη, ούτε να πάρει το αίμα του πίσω. Διότι είτε σας αρέσει είτε δεν σας αρέσει, αυτή η πόλη, όπως και τόσες άλλες του ελλαδικού χώρου, δεν είχε μόνον (τουλάχιστον στη νεότερη ιστορία της) την χριστιανική (ελληνική) της συνιστώσα, είχε και την μουσουλμανική της, είχε και την εβραϊκή της. Και περί αυτού γίνεται ο λόγος. Αλλάς εσείς τι μας είπατε με την απάντηση σας, αντικρίζοντας την Ιστορία με έναν παραμορφωτικό φακό, για να νομιμοποιήσετε τον αλλόκοτο τρόπο μεταχείρισης ενός αλλόθρησκου μνημείου;

- Παρουσιάζετε την θεσμική Εκκλησία ως φυσικό κληρονόμο και θεματοφύλακα του Ελληνισμού και του Ελληνορθόδοξου πολιτισμού.

Να τα βάλετε τότε όχι μαζί μου αλλά με τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο Βλάχο, ο οποίος άλλα φαίνεται να πιστεύει. Αντιγράφω τα λόγια του: «Για όσους γνωρίζουν τα πράγματα είναι γνωστό ότι ποτέ δεν υπήρξε ο λεγόμενος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός (Ιερόθεος Βλάχος, Παρεμβάσεις στη σύγχρονη κοινωνία, 1994, σ. 18)».

Διότι γνωρίζετε άριστα ότι, το ιστορικό μόρφωμα του Ελληνορθόδοξου Έθνους είναι μια κατασκευή του εργαστηρίου των μέσων του 18ου αι. που θέλησε να συνδέσει μέσω της Ρωμαϊκής Εποχής και του Βυζαντίου τον ένδοξο κόσμο της Αρχαίας Ελλάδας με τον πολέμιό της Χριστιανισμό για να καλυφθεί το αφηγηματικό κενό που εμπόδιζε την συγκρότηση εθνικού κράτους και τη δημιουργία εθνικής συνείδησης με αδιάκοπη συνέχεια που θα ανέτρεχε δια μέσω όλων των ιστορικών περιόδων στην Αρχαία Ελλάδα των επιτευγμάτων της σκέψης και της τέχνης.

Κι ας σταματήσει επιτέλους αυτό το παραμύθι περί εμπροσθοφυλακής της θεσμικής Εκκλησίας στους αγώνες για την απελευθέρωση του Γένους: Ξέρετε άριστα τον βρώμικο ρόλο των Πατριαρχών και των Επισκόπων επί Οθωμανικής περιόδου και τον σφιχτό εναγκαλισμό τους με την Πύλη. Ως ενοικιαστές φόρου, εντολοδόχοι των διαταγών της οθωμανικής διοίκησης κι εκμεταλλευτές τεράστιων ακίνητων περιουσιών, είχαν κάθε συμφέρον στη διατήρηση της οθωμανικής κατοχής.

Γι’ αυτό άλλωστε έριξαν ανάθεμα στην Επανάσταση κι αφόρισαν τους ηγέτες της, αυτούς τους ίδιους που εκ των υστέρων κι επί τόσες δεκαετίες μας παρακινείτε να τιμούμε ως δήθεν υποκινημένους κι ευλογημένους από την Εκκλησία. Είναι ο ίδιος θεσμός που και στη συνέχεια απέδειξε το ταλέντο της στους αφορισμούς, κρίνοντας και στιγματίζοντας οποιονδήποτε δεν συνάδει με τις θέσεις της επίσημης Εκκλησίας, αφορίζοντας προσωπικότητες σαν τον Βενιζέλο, τον Ροϊδη, τον Λασκαράτο, τον Καζαντζάκη.

Είναι αυτή η θεσμική Εκκλησία που όταν διέγνωσε ότι ο δρόμος δεν είχε πισωγύρισμα συμπορεύτηκε τελικά με τους Επαναστάτες και διεκδίκησε κομβικό ρόλο στην συγκρότηση του νέου Ελληνικού Κράτους. Υπό αυτή την έννοια η ελληνορθόδοξη εκκλησία έχει ακόμα πιο πλούσιο ισλαμικό παρελθόν. Ένα παρελθόν συμπόρευσης και σφιχταγκαλιασμάτων με την Πύλη, τους αξιωματούχους της και τους κοτζαμπάσηδες.

Είναι η ίδια θεσμική Εκκλησία που αργότερα σφιχταγκαλιάστηκε με το ελληνικό Παλάτι και τις κατά καιρούς εξουσίες (Μεταξάς, μεταπολεμικές κυβερνήσεις, Δικτατορία), για να εξακολουθεί να απολαμβάνει την εξουσία της διαχείρισης του φόβου των ανθρώπων για το θάνατο με τα οικονομικά οφέλη που παράγει η εκμετάλλευση αυτού του φόβου για τις Μητροπόλεις και τους Μητροπολίτες.

Αυτή την τεράστια αξία της ακίνητης περιουσίας και τον οβολό των χριστιανών διαχειρίζεσθε και σεις Σεβασμιότατε σήμερα. H ίδια εκκλησιαστική περιουσία, με έσοδα της οποίας αγοράστηκε το τέμενος κάποτε. Η ίδια εκκλησιαστική περιουσία, που σας επιτρέπει να ζείτε σε αυτοκρατορική χλιδή με πλούσια άμφια κι άλλα αρχιερατικά αξεσουάρ. Η ίδια περιουσία καθώς και οι φόροι του ελληνικού λαού (στον οποίο ανήκουν και Έλληνες Μουσουλμάνοι, Έλληνες Εβραίοι ή άλλων δογμάτων ή άθεοι που συμμετέχουν αδιάκριτα στα φορολογικά βάρη) που σας «δίνουν» την ευκαιρία να αγοράζετε ένα από τα τελευταία πανάκριβα μοντέλα της ΒΜW και να διατηρείτε έτσι δύο πολυτελή αυτοκίνητα.

Και για να επανέλθουμε: δεν είμαστε στην εθνικόφρονα δεκαετία του ’50 για να μας βομβαρδίζετε με εθνικιστικές φαιδρότητες. Η δημόσια Ιστορία σήμερα είναι διατεθειμένη να σπάσει ταμπού δεκαετιών και το πράττει ξαναδιαβάζοντας την Ιστορία χωρίς τις αγκυλώσεις και τα φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος. Κι όσο γι’ αυτά που κομπορρημονείτε, πρόκειται για απολιθωματικές εκφράσεις ενός ξεπερασμένου ιστοριογραφικού μοντέλου που υπηρέτησε κάποτε συγκεκριμένες σκοπιμότητες κι απέθανε.

- Διερωτηθήκατε για ποιον λόγο δεν απευθύνθηκα στους Έλληνες φορολογούμενους. Προφανώς διότι διαβάσατε το άρθρο μου υπό καθεστώς πανικού και διέφυγε της προσοχής ότι πρώτο αυτό έθεσα. Ξαναδιαβάστε το άρθρο.

- Μου καταλογίσατε ότι όσα γράφω είναι ένας έντεχνος τρόπος και δηλωτικός πόθου μου για συμμετοχή μου στις επικείμενες δημοτικές εκλογές.

Σας δηλώνω απερίφραστα ότι ουδέποτε είχα ή έχω οποιαδήποτε πρόθεση να συμμετέχω με οποιονδήποτε τρόπο ή ρόλο σε δημοτικές εκλογές, ούτε επίσης διατηρώ οποιαδήποτε κομματική ιδιότητα. Και κρατείστε το αυτό για να το θυμάστε. Ο καιρός γαρ εγγύς.

- Αρνείστε ότι οι εκκλησίες, τα τζαμιά και οι συναγωγές είναι προϊόντα της συνάντησης και της συνύπαρξης πολιτισμών κι ανθρώπων με διαφορετική πολιτισμική πλατφόρμα.

Η άποψη σας όμως είναι ανιστόρητη και βαθιά εσφαλμένη. Σας παραπέμπω αντί άλλων στις επισημάνσεις της τουρκολόγου Χρύσας Μελκίδη («Τα Μουσουλμανικά Μνημεία της Ξάνθης», έκδοση ΤΕΕ) ότι ο οθωμανικός πολιτισμός είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης των παλαιότερων παραδόσεων των σελτζούκων τούρκων, με τα σημαντικότερα επιτεύγματα του βυζαντινού πολιτισμού σε όλα τα επίπεδα. Σύνθεση φυλετική, πολιτική, θρησκευτική, με την δημιουργία του ισλαμοχριστιανικού ρεύματος του μπεκτασσισμού μέχρι και στην ιθύνουσα οθωμανική τάξη, στις επιστήμες (π.χ. στο δίκαιο) και φυσικά στον πολιτισμό. Ενδεικτικά αναφέρεται το παράδειγμα της μουσικής, όπου η ισλαμική μουσική του μυστικιστικού τάγματος των μεβλεβήδων επηρέασε την λόγια, την επώνυμη δηλ. μεταβυζαντινή μουσική, τις επιδράσεις της οποίας ακούμε σήμερα στο ρεμπέτικο. Επίσης αναφέρεται η αρχιτεκτονική, που είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική: Π.χ. το παλιό τουρκικό σελτζουκικό τζαμί δεν έχει τρούλο, τον οποίο απέκτησε μετά την κατάκτηση του Βυζαντίου. Λίγοι γνωρίζουν ότι ο τρούλος των οθωμανικών τζαμιών, όπως και στην περίπτωση του Τεμένους του Μενδρεσέ, δεν είναι τουρκική επινόηση, αλλά αποτελεί την βυζαντινή συμμετοχή, όπως και συχνά η δομική τεχνολογία, οι αναλογίες και οι γενικότερες αρετές, στην δημιουργία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής (βλ. σχετικά και την έκδοση του ΥΠ.ΠΟ «Μνημεία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα»). Δυστυχώς, στην συνείδησή μας δεν έχουμε εντάξει στην ιστορία μας την οθωμανική περίοδό της, όπως κάναμε π.χ. με την ρωμαϊκή. Ταυτίζουμε κάθε τι ισλαμικό ή οθωμανικό με το «κακό τουρκικό», εκχωρώντας τα όλα στους Τούρκους.

Αντιλαμβάνεσθε όμως Σεβασμιότατε τον κίνδυνο που διατρέχουμε με τις απόψεις σας, που «βαφτίζουν» καθετί ισλαμικό ή οθωμανικό σε τούρκικο; Ότι αυτό που λέτε εσείς το λέει και η τούρκικη προπαγάνδα στους μη τουρκογενείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Θράκης (Πομάκους και Ρομά).

Ε, λοιπόν, τα οθωμανικά μνημεία της Βέροιας εγώ δεν τα χαρίζω σε κανέναν και σε καμιά προπαγάνδα. Μας ανήκουν ως προϊόντα της συνύπαρξης μας. Κι αν διατηρείτε κι άλλες επιφυλάξεις ευχαρίστως σας συστήνω το έργο του καθηγητή Μουτσόπουλου «Λαϊκή Αρχιτεκτονική της Βέροιας» για να πληροφορηθείτε ποιοι έχτισαν τα τζαμιά, τη συναγωγή, τα σπίτια, τις βρύσες και τις γέφυρες της Βέροιας. Φραγκοτσλήδες και Ντεμπρελήδες μάστορες τα έχτισαν, οι θρυλικές συντεχνίες (τα ισνάφια) που αποτελούνταν από Έλληνες, Σλάβους κι Αλβανόφωνους Γκέγκηδες μάστορες που διέτρεχαν στην οθωμανική περίοδο την Βαλκανική ενδοχώρα, παραδίδοντας μας έργα τέχνης.

- Σε ποια σημεία του άρθρου μου Σεβασμιότατε εκπλαγήκατε από τους θρήνους μου για τους Μουσουλμάνους κατοίκους της που εξαναγκάστηκαν σε ανταλλαγή;

Περιέγραψα δίχως συναισθηματισμούς την ιστορία του Τεμένους και αυτή την αφήγηση την βαφτίσατε θρήνο; Έστω κι έτσι, δεν έχω ειλικρινά καμία αναστολή να θρηνήσω για τους Μουσουλμάνους συμπολίτες μου. Και (ναι) αυτοί που εκδιώχτηκαν μετά το 1922 ήταν συμπολίτες μας. Ξεχνάτε άλλωστε ότι αυτή η πόλη για τέσσερα χρόνια μετά την Απελευθέρωση της αλλά και την περίοδο 1920-1922 είχε Μουσουλμάνο Δήμαρχο. Σε αντίθεση λοιπόν με σας που θρηνείτε επιλεκτικά και μόνο για όσους θεωρείτε ότι κουβαλούν ελληνικό αίμα, εγώ θρηνώ για όλα τα θύματα των εθνοκαθάρσεων και των γενοκτονιών δίχως διάκριση θρησκείας ή εθνοτικής προέλευσης. Για όλα τα θύματα των φονικών εθνικισμών που χρησιμοποιούν ως πρόσχημα την ελευθερία και σωρεύουν στο όνομα της μόνο σφαγές, μακελειά, θανάτους και μίση. Στο όνομα αυτής της ελευθερίας οι εθνικισμοί του 19ου αι. έκαναν μνημεία της τους ομαδικούς τάφους σφαγμένων, τις γενοκτονίες, τα εγκλήματα και τους φονιάδες, τις παρελάσεις μίσους. Ε, λοιπόν αυτή την ελευθερία που σεις ευαγγελίζεσθε σας την επιστρέφω ως αισχρή κι απαράδεκτη.

Μήπως δεν είναι το ίδιο πρόσχημα που η θεσμική Εκκλησία χρησιμοποίησε ανά τους αιώνες, για να καταδιώξει και σφάξει τους Εθνικούς (ειδωλολάτρες-πολυθεϊστές), που συνέτριψε τα επιτεύγματα του αρχαίου κόσμου για να κτίσει επάνω τους ναούς, που έστειλε φιλοσόφους και ανοικτά μυαλά στην πυρά;

Κι επειδή την διαφορετική από τη δική σας άποψη τόλμησα να εκφράσω με το άρθρο μου, σεις, αντί άλλου ισχυρισμού, πράξατε αυτό που με απαράμιλλη ικανότητα πράττει από αιώνων η θεσμική Εκκλησία: με θρασύτητα με χαρακτηρίσατε ανθέλληνα και με κατατάξατε στους πολέμιους του Έθνους και της Εκκλησίας.

Σας το λέω απερίφραστα ότι αυτή η Εκκλησία που σεις εκφράζετε δεν με αφορά. Με αφορά και με συγκινεί η Εκκλησία για την οποία μιλούν ο Κάλλιστος Wear, ο Πλακίδας Deseille, ο Ιουστίνος Πόποβιτς, ο Βασίλειος Γοντικάκης, ο μακαριστός Σιατίστης Αντώνιος, ο οποίος μάλιστα ήταν και πρότυπο ακτημοσύνης. Ένας Μητροπολίτης που δεν είχε αυτοκίνητο. Που ταξίδευε στην Αθήνα για να συμμετάσχει στις Συνόδους με λεωφορείο, που επισκεπτόταν τα χωριά της περιφέρειας του με τα πόδια ή πάνω στις καρότσες αγροτικών. Και με αφορά και με συγκινεί μια άλλη Ελλάδα, αυτή του Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη, του Λορεντζάτου, του Γιαννούλη Χαλεπά.

Εγώ ο «ανθέλληνας» υπηρέτησα τη στρατιωτική μου θητεία στη Σαμοθράκη. Εσείς ο «πατριώτης» που υπηρετήσατε αλήθεια;

- Και δεν φτάνει ότι με κατηγορείτε για εθνική μειοδοσία, αλλά επί της ουσίας του άρθρου μου ψεύδεστε κιόλας:

Ισχυρίζεστε ότι ουδέποτε πέρασε από το νου οποιουδήποτε προκατόχου σας η ιδέα της μετατροπής του Τεμένους σε ναό ή κάτι παρόμοιο.

Σας παραπέμπω σε άρθρο του φιλικά προς εσάς προσκείμενου και βραβευμένου από εσάς συγγραφέα, του Θωμά Γαβριηλίδη, ο οποίος, σε άρθρο του στα «Χρονικά ΕΜΙΠΗ» (αρ. φ. 5, σ. 10), είχε αποκαλύψει ότι η αγορά του Τεμένους το 1936 είχε γίνει από τον τότε Μητροπολίτη Βέροιας Πολύκαρπο, με σκοπό τη μετατροπή του σε Ναό, κάτι όμως που τελικά δεν συνέβη εξ αιτίας απαγορευτικών διατάξεων από την Αθήνα και προκειμένου να μην δημιουργηθεί διπλωματικό πρόβλημα!

- Ισχυρίζεστε ότι, σε αντίθεση με τους γείτονές μας Τούρκους, εμείς οι πεπολιτισμένοι (Λαός κι Εκκλησία) σεβαστήκαμε τα οθωμανικά μνημεία και ιδιαίτερα τους αλλόθρησκους λατρευτικούς χώρους και δεν τους μετατρέψαμε, όπως αντιθέτως έπραξαν οι απολίτιστοι Τούρκοι, σε λουτρά, γυμναστήρια, κινηματογράφους, κέντρα διασκέδασης, ακόμη και σε στάβλους. «Με τον κατάλογο», όπως χαρακτηριστικά λέτε, «να μην έχει τέλος».

Όντως Σεβασμιότατε, αυτός ο κατάλογος της ντροπής και του αίσχους δεν έχει τέλος. Έχει όμως συνέχεια ελληνικότατη. Και δείτε την: Το Τέμενος του Μενδρεσέ χρησιμοποιούνταν από τους Προσκόπους αλλά κάποτε και ως στάβλος. Το έτερο Τζαμί της πόλης (Ορτά Τζαμί) χρησιμοποιήθηκε ως κατάστημα πώλησης μουσικών οργάνων, ως μαρμαράδικο και ως πριονοκορδέλα.

Πάμε και σε άλλες πόλεις; Στο Ηράκλειο της Κρήτης το Δεφτερδάρ Τζαμί χρησιμοποιήθηκε επί χρόνια ως κινηματογράφος με την επωνυμία «Αγλαϊα» και στη συνέχεια με την επωνυμία «Μινώα», όπως και το έτερο του Μαχμούτ Αγά με την ονομασία «Παλλάς». Με την ίδια χρήση και το τζαμί των Χανίων, όπου σήμερα στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο. Με την ίδια επίσης χρήση και μάλιστα ως κινηματογράφος πορνό χρησιμοποιούνταν επί δεκαετίες το Χαμζά Μπέη Τζαμί στη Θεσσαλονίκη (το γνωστότατο σε όλους σινεμά «Αλκαζάρ»). Ως πορνοσίνεμα χρησιμοποιούνταν μέχρι τη δεκαετία του ’80 και το τζαμί στην Πλατεία Συντάγματος του Ναυπλίου. Ως μαντρί άλλοτε κι ως κινηματογράφος το τζαμί της Νερατζές στο Ρέθυμνο, ως μαγαζί και κινηματογράφος το Γενί Τζαμί της Μυτιλήνης, ως εκκοκιστήριο βάμβακος το Μαυσωλείο των Γιαννιτσών, ως ξυλουργείο μέχρι σήμερα το τζαμί Κοτζά Μουσταφά στις Σέρρες. Και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Για να μην μιλήσουμε και για την τύχη των Συναγωγών, με ενδεικτική περίπτωση αυτή των Χανίων που επί δεκαετίες χρησιμοποιούνταν ως στάβλος. Για να μην μιλήσουμε για την διαρπαγή των ταφικών μνημείων του εβραϊκού νεκροταφείου της Σαλονίκης και τη χρησιμοποίηση πολλών πλακών ως δομικό υλικό για την ανέγερση του Ναού του Αγ. Δημητρίου (όπου επί 16ετία ήσασταν εσείς Σεβασμιότατε Προϊστάμενος).

Αντί λοιπόν να σχολιάζετε «το αγκάθι στο μάτι του άλλου», δείτε πρώτα «το δοκάρι στο δικό σας μάτι».

- Και κλείνω με το καλύτερο! Δεν αντισταθήκατε στον πειρασμό Σεβασμιότατε να με ειρωνευτείτε κλείνοντας το κείμενο σας επί λέξει: «Βεβαίως κατανοώ ότι μετά τη βράβευση σας από την Ισραηλιτική Κοινότητα θα θέλατε ασφαλώς και μία αντίστοιχη Ισλαμικής προέλευσης».

Και τούτη μόνον η αποστροφή του κειμένου σας φθάνει για να αντιληφθεί κανείς την κακεντρέχεια του συντάκτη. Η αναφορά σας αυτή και μόνον, ξεπερνά τα όρια της συνωμοσιολογίας κι αγγίζει τις παρυφές του αντισημιτισμού.

Αν και δεν βλέπω το λόγο γιατί θα ήταν επιλήψιμο (ή ύποπτο) να έχω βραβευθεί από την Ισραηλιτική Κοινότητα, σας πληροφορώ ωστόσο ότι ουδέποτε βραβεύτηκα είτε εγώ ως πρόσωπο είτε το συγγραφικό μου έργο από οποιαδήποτε κοινότητα ή οργάνωση του εσωτερικού ή του εξωτερικού. Ακόμα και τα βιβλία μου δεν εκδόθηκαν ποτέ (παρ΄ ότι θα μου ήταν δυνατό) από το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο αλλά εκδόθηκαν από εκδοτικό οίκο των Αθηνών. Και μάλιστα, πέρα από τις επαινετικές βιβλιοκρισίες που γράφτηκαν, η μόνη έκφραση συγχαρητηρίων που δέχτηκα μέχρι σήμερα εγγράφως δεν προερχόταν από εβραϊκούς κύκλους αλλά (ακούστε το αυτό) από τον Μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλο.

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι σεις είστε αυτός που έχετε στήσει «βιομηχανία» βραβεύσεων μέχρι και αγιοποιήσεων. Συνεπώς, μην ανησυχείτε ότι μετά την δημοσίευση του άρθρου μου θα πάω να εισπράξω επιταγές ανταμοιβής από το τουρκικό προξενείο ή από την Μοσάντ.

Δεν υπολογίσατε ποτέ ότι τα κίνητρα ενός ανθρώπου δεν είναι πάντα οικονομικά ή «εκ του πονηρού», όπως ίσως υποκρύπτονται στις δικές σας ενέργειες. Υπάρχουν και άνθρωποι που απλώς αγαπάνε την πόλη τους και ενδιαφέρονται για το καλό της. Αυτό όμως μάλλον σας είναι ξένο.

Γιώργος Λιόλιος

Δημοσιεύεται στην εφημερίδα της Βέροιας "Μακεδονική" στο φύλλο της 10.07.2010