Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Τα παιδιά με τα "διαφορετικά ονόματα"

Έλαβα στο προσωπικό μου mail μια επιστολή του Μεναχέμ-Μισέλ Ρ. που απευθύνεται στους συμμαθητές του στο Β' Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης (τάξη του 1969) με αφορμή το αυριανό reunion της τάξης του. 
Το δημοσιεύω διότι πέρα από την τρυφερότητα που ξεχειλίζει, απεικονίζει την περιπέτεια του εβραϊσμού στην σύγχρονη Ελλάδα μέσα από την προσωπική ιστορία των μαθητών με τα "διαφορετικά ονόματα" στα αποψιλωμένα από τον εβραϊκό πληθυσμό τους εκπαιδευτικά ιδρύματα της πόλης


Αγαπητοι Συμμαθητες,Αγαπητοι παρευρισκομενοι στην σημερινη εκδηλωση

Ηταν Σεπτεμβριος του 63 οταν κατα την αναγνωση του καταλογου απο τον καθηγητη που μπηκε στην ταξη του 3ου Τμηματος της Α’ ταξης του Σχολειου μας  ακουστηκε αναμεσα σε 75 ονοματα και το ονομα ΜΕΝΑΧΕΜ..........του Μωυση και της Εσθηρ.
Ολα τα βλεμματα των 12 χρονων  μαθητων - ολοι σχεδον με  κοντα παντελονακια -επεσαν επανω μου να δουν, αυτον με το περιεργο στ’αυτια τους   ονομα, του συμμαθητη , που καθοτανε  στο πρωτο θρανιο αναμεσα στον Γιωργο και τον Αλκη.
Σε ολα τα επομενα 6 χρονια που ακολουθησαν μεχρι την αποφοιτηση το 69 ο Μεναχεμ ηταν ο Συμμαθητης με το ιδιαιτερο ονομα που εβγαινε –ο τυχερος....!!!!-στην ωρα των θρησκευτικων στην αυλη αλλα ισοτιμα το παλευε για την κατακτηση του κοσμου των γνωσεων αλλα και  γιατι ξεχωριζε-ισως-γιατι κουβαλουσε μια φωτογραφικη μηχανη  και αποθανατιζε στιγμες απο την κοινη μαθητικη ζωη.
Ανεκτιμητες φωτογραφιες,  οπως αποδειχτηκε ομως στο REUNION του 2008 μετα 39 χρονια απο την αποφοιτηση .......οταν μαζευτηκαμε ,ωριμοι αντρες πια και οικογενειαρχες  και αναμεσα μας ενας Υπουργος ,Καθηγητες Πανεπιστημιου ,Επιστημονες ,πετυχημενοι επιχειρηματιες, ελευθεροι επαγγελματιες καθε κλαδου,δημοσιοι λειτουργοι,  ολοι οσον επι το πλειστον,   με θετικη πορεια στην ζωη τους και θετικο προσημο στο εν γενει κοινωνικο γιγνεσθε αυτου του τοπου.
Μεγαλη ανηφορα να εισαι διαφορετικος εστω και στο ονομα.μεσα σε περιπου 200 συμμαθητες των 3ων τμηματων της  ταξης σου εστω κι αν κανενας δεν το καταλαβαινει.......
Το ιδιο  να συμβαινει μετα στον Στρατο αλλα   βεβαια κατοπιν  και μεσα στην Ελληνικη Κοινωνια.
Παντα ετοιμος να δινεις εξηγηση ...........γιατι αυτο το ονομα??? ...... απο που εισαι...... ????...
Kαι αφου εχεις υπηρετησει 28 μηνες στον Ελληνικο Στρατο, το τελειωτικο χτυπημα....!!!!Εισαι Ελληνας??? !!!
Αυτο απο μονο του μου  εδινε παντα  μια απιστευτη δυναμη για τον  ακαματο και με πεισμα βηματισμο   στην  ανηφορα της ζωης.
Παντα  ομως ετοιμος να υπερασπιστω και να δωσω εξηγησεις της οικογενειακης ιστοριας μου.
Της ιστοριας του ΕλληνοΕβραιου της Σαλονικης μας, που μετα 500 χρονια δημιουργικης  παρουσιας σ’αυτην την πολη εξωντοθηκε και εγινε σταχτη  απο τον ΝΑΖΙ  βαρβαρο κατακτητη στα κολαστηρια του θανατου των στρατοπεδων συγκεντρωσης και εξολοθρευσης της Πολωνιας κατα την διαρκεια του Β’ΠΠ.
Μαζι και των περισσοτερων απο τα  99  Εβραιοπουλα,  Μαθητων  αυτου του Ιστορικου Σχολειου .
Πιθανον  μαζι  τους και καποιος  μαθητης με το ονομα ΜΕΝΑΧΕΜ........

Αγαπητοι παρευρισκομενοι,πολιτες της Θεσσαλονικης,

Ειμαι πολυ  ευτυχης και συναισθηματικα φορτισμενος καθως γραφω αυτες τις λιγες γραμμες  που εστω και μετα τοσα πολλα χρονια  απο το αποτροπαιο εγκλημα μαθαινω  οτι το Σχολειο μου, με πρωτοβουλια των νεωτερων γενεων, που  απαλλαγμενων απο την ενοχη  σιωπη η ακομη και συνενοχη  των αντιστοιχων  εκεινων   της ζοφερας περιοδου  , μνημονευει τα παιδια του,τους μαθητες του, που σιγουρα αν ειχαν ζησει, η συμβολη τους στην πολι μας και στην ευρητερη ελληνικη κοινωνια θα ηταν απολυτα θετικη  και δημιουργικη οπως η μακραιωνη ιστορια της Διασπορας των Εβραιων ανα τον κοσμο εχει αποδειξει.
Ειθε αυτη η Ιστορια να γινη παραδειγμα προς αποφυγη ,ειδικοτερα , τις μερες μας που το τερας της Ξενοφοβιας  και του μισους κατα του διαφορετικου ξαναξυπνα  σε ολη την Ευρωπη αλλα ακομη  και στην πατριδα μας, την Ελλαδα,  βλεπουμε συμπατριωτες μας να συμπαρατασονται σε πολιτικο κομμα με Ναζιστικη Ιδεολογια.
Η Γνωση και διδασκαλια  της Πραγματικης Ιστοριας που ξεκινα απο τα θρανια των αιθουσων  αυτου του  Σχολειου  αλλα και  των απανταχου  εκπαιδευτικων ιδρυματων ειναι αυτη που θα αποτρεψει την επαναληψη των φρικτων εγκληματων, θυματα που υπηρξαν και   οι εβραιοι το θρησκευμα μαθητες του Ιστορικου  Β’ Γυμνασιου Αρρενων Θεσσαλονικης.

Αγαπημενοι μου Συναποφοιτοι,

Σημερα  ειμαι  πολυ περηφανος και συγκινημενος  που  μνημονευονται οι χαμενοι μαθητες και τιμαται το περασμα τους απο το Σχολειο μας  με αυτην την  σημειολογικη εκδηλωση  απο τον Συλλογο αποφοιτων ”ΙΚΤΙΝΟΣ’  στην ιδρυση του οποιου   η ταξη μου  πρωτοστατησε.

Σας Χαιρετω και σας ευχαριστω για την δικαιωση αυτη εκ μερους-ας μου επιτραπει - των παιδιων με τα “ διαφορετικα ονοματα”, που μορφωθηκαν απο τους πολυ αξιολογους καθηγητες που διαχρονικα  υπηρετησαν την παιδεια σ’αυτο το σχολειο,ζησανε την μαθητικη τους ζωη  στις ιδιες αιθουσες ,καθισανε  στα ιδια θρανια  οπως  κι εμεις ,  αλλα δυστυχως  το νημα της ζωης τους κοπηκε βιαια και  δεν ειχαν την ιδια τυχη με ολους εμας των μεταπολεμικων γενεων που αποφοιτησαμε απο το αγαπημενο μας ΔΕΥΤΕΡΟ.

Μεναχεμ-Μισελ Ρ.
ταξη 69/3ον τμημα.

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

The Documentation of the Holocaust in Greece˟


(Η τεκμηρίωση του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα)


In memory of  David Tiano[1] 

         Ο σπουδαίος Σαλονικός ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης, αναφερόμενος το 1955 στην καταστροφή των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, απόσωνε ένα ποίημα του με τον τίτλο ΟΤΑΝ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΑ (από την ποιητική του συλλογή Συνέχεια 2) με τις παρακάτω σπαρακτικές συνδηλώσεις:

Πώς τόσα πρόσωπα να γίνουν αριθμοί

                                  Και τόσα γεγονότα απλά βιβλία

          Η Γενοκτονία των Εβραίων από τους Ναζί που ξεκίνησε ουσιαστικά από το 1933 και ολοκληρώθηκε σχεδόν με το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, όχι μόνο σφράγισε την φυσιογνωμία του 20ου αιώνα, αλλά αποτέλεσε χρονικό σημείο καμπής του ανθρώπινου είδους. Μια ρήξη πολιτισμική, η οποία εκδηλώθηκε με τον βιομηχανικό αφανισμό, την καταστροφή εκατομμυρίων Εβραίων, απ’  άκρου εις άκρον της Ευρώπης, κι έκτοτε σημάδεψε τη συνείδηση του μεταπολεμικού ανθρώπου.

         Ο διωγμός των Εβραίων της Ελλάδας, ο οποίος συνέβη στο μεσοδιάστημα από τα τέλη του Χειμώνα του 1943 μέχρι την Άνοιξη του 1944, ως μέρος του ναζιστικού σχεδίου της εξόντωσης των Εβραίων όλης της Ευρώπης, απέδωσε εξαιρετικά επιτυχή αποτελέσματα, αφού τα ποσοστά εξόντωσης στην ελλαδική περίπτωση υπολογίζονται ανάμεσα στα υψηλότερα της Ευρώπης.     

 

        Στην εισήγηση μου, όπως υποψιάζεται κανείς από τις συνδηλώσεις του Ποιητή και τον τίτλο της Εισήγησης, θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω το περίγραμμα της μετάβασης από την αμήχανη μεταπολεμική σιωπή της ιστοριογραφίας στην πρόσφατη περιπέτεια της ανάδυσης της μνήμης της Γενοκτονίας ως ιστορικού γεγονότος, για να επικεντρώσω στη συνέχεια σε ζητήματα τεκμηριωτισμού του γεγονότος μέσα από τους αριθμούς.

        Οφείλω όμως προεισαγωγικά να σχολιάσω ένα ζήτημα που δεν είναι μόνο ορολογικής φύσης.

        Χρησιμοποίησα στον τίτλο της εισήγησης μου τον όρο Ολοκαύτωμα, προκρίνοντας τον αντί άλλου ή άλλων, διότι είναι ο τρέχων και συνηθέστερος αλλά και πιο αναγνωρίσιμος όρος διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.

        Ο αγγλικός όρος Holocaust, ανασύρθηκε από την αμερικανική βιβλιογραφία, πέρασε στην ελληνική βιβλιογραφία και συνείδηση ως Ολοκαύτωμα, και υπό την διεθνή εμπειρία της διαδεδομένης χρήσης του όρου αυτού, να θεωρείται πλέον σε ένα ευρύτερο κοινό ονομασία συνώνυμη του γεγονότος. Δεν παύει όμως να είναι ένας όρος ατυχής ή αλλιώς μη δόκιμος, διότι ως όρος παραπέμπει σε τελετουργική θυσία θρησκευτικού τύπου, όμως η ευρεία χρήση του από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, εννοιοδοτεί πλέον τη ναζιστική γενοκτονία και καθιερώθηκε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, μετά την τεράστια επιτυχία της ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς που προβλήθηκε στις ΗΠΑ και την Ευρώπη το 1979.

          Ένας άλλος όρος, η λέξη Σοά, η οποία σημαίνει στα εβραϊκά «καταστροφή», καθιερώθηκε ως όρος που περιγράφει το Ολοκαύτωμα από τους ίδιους τους Εβραίους, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '40. Παρά τις θρησκευτικές του αποχρώσεις, ο όρος αυτός προτιμάται από πολλούς για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και διότι το Ολοκαύτωμα (ως όρος) είναι δυνητικά προσβλητικός από θεολογικής άποψης.

         Αντί αυτών, ο όρος Γενοκτονία, παρά τις καταχρήσεις τις οποίες υφίσταται στην καθημερινή και δημοσιογραφική γλώσσα, προκρίνεται μάλλον ως περισσότερο ικανοποιητικός, καθώς αποτυπώνει πιστότερα το γεγονός. Όπως επίσης και ο όρος Καταστροφή που εισήχθη στη βιβλιογραφία από τον Raul Hilberg το 1961.

         Εγώ συνειδητά θα αποφύγω στο κείμενο μου τον αδόκιμο όρο και θα χρησιμοποιήσω ως εναλλακτικούς όρους εννοιοδότησης του γεγονότος τους όρους Γενοκτονία, Καταστροφή αλλά και Διωγμός καθώς και μετωνυμικούς όρους, όπως Τελική Λύση και Άουσβιτς. 

   

        Η ανάδυση της μνήμης της Γενοκτονίας των Εβραίων της Ευρώπης (γενικότερα) διήνυσε μετά το 1945 παντού στην Ευρώπη (και στην Ελλάδα) αλλά και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, μια μακρά διαδρομή δυσπιστίας, σιωπής, φόβου κι ενοχής, που σε ορισμένες περιπτώσεις τα παρήγαγαν ή (και) επέβαλαν τα εγχώρια ταμπού και οι εξωτερικοί καταναγκασμοί της πολιτικής (στην Ελλάδα εμφύλιος πόλεμος, δικτατορία) και της γεωπολιτικής (ο παγκόσμιος ψυχρός πόλεμος). Οι επιζώντες αρνούνταν να μιλήσουν, προκρίνοντας ως ανάγκη, μέσα από τη λήθη, την επούλωση των τραυμάτων, ενώ και η ιστοριογραφική έρευνα διεθνώς ακολούθησε παράλληλη πορεία με τις σιωπές των επιζώντων – με διάσπαρτες ωστόσο εξαιρέσεις. Η απώθηση από τη μία και η δυσπιστία από την άλλη, στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, προκάλεσαν ένα τεράστιο κενό στην ιστοριογραφία. Λίγα έργα μαρτυρίας κι ακόμα λιγότερα ιστοριογραφικής προσέγγισης βλέπουν το φως της δημοσιότητας την εποχή αυτή. Η απουσία της καταστροφής των Εβραίων ή η χωριστή πραγμάτευση του, τόσο στα ιστοριογραφικά κείμενα όσο και σε έργα μυθοπλασίας, απηχεί μια υποσυνείδητη θέση ότι η ιστορία των Εβραίων πολιτών της Ευρώπης είναι υπόθεση των Εβραίων κι όχι αναπόσπαστο τμήμα της ιστοριογραφικής συνέχειας της εθνικής ιστορίας. Κι αυτό αποτυπώνεται με ενάργεια σε μια ευρεία γκάμα κειμένων, όπου κυριαρχεί το αντιθετικό ζεύγος: Εμείς οι Χριστιανοί ως μια κοινή ιστορική ταυτότητα και οι Άλλοι ως μια άλλη κοινή ιστορική ταυτότητα. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι ο διωγμός και η γενοκτονία προηγήθηκαν ως ιστορικές αφηγήσεις σε αφηγηματικά κείμενα κυρίως λογοτεχνικού χαρακτήρα, πριν αποφασίσει η ιστοριογραφία να σπάσει δειλά τα ταμπού της ιστορίας και να επανεγγράψει στη δημόσια ιστορία τις περιπέτειες των Εβραίων πολιτών και πάλι όμως όχι πάντοτε αναπόσπαστα σε σχέση με την τύχη των μη Εβραίων πολιτών της κατεχόμενης Ευρώπης.

        Η αδράνεια αυτή κράτησε περίπου τριάντα πέντε χρόνια μέχρις ότου οι ίδιοι οι επιζώντες αποπειραθούν να σπάσουν σιωπές δεκαετιών και μέχρις ότου η ιστοριογραφία αξιοδοτήσει την καταστροφή των Εβραίων ως γεγονός και το θεσμοποιήσει σε ένα συστηματικότερο επιστημονικό πλαίσιο.

        Ως τότε η ελληνική αλλά και η διεθνής βιβλιογραφία ήταν εξαιρετικά πενιχρές σε σχετικούς τίτλους. Ήταν χαρακτηριστικό της βιβλιογραφικής ένδειας ότι, όταν η Hannah Arendt δημοσίευε το 1963 το βιβλίο της Eichmann in Jerusalem, μπορούσε να ανατρέξει μόνο σε δύο δημοσιευμένες στην αγγλική ακαδημαϊκές μελέτες, εκείνη του Gerald Reitlinger με τίτλο The Final Solution και το σύγγραμμα του Raul Hilberg με τίτλο The Destruction of the European Jews, το οποίο εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι ένα αξεπέραστο και μοναδικό στο είδος του ακαδημαϊκό έργο αναφοράς.

        Μπορεί η αμερικανική ιστοριογραφία να στάθηκε περισσότερο τολμηρή σε σχέση με την αμήχανη ευρωπαϊκή και να έδωσε, ήδη από τη δεκαετία του 1950, πλουσιότερη βιβλιογραφία γύρω από το θέμα της γενοκτονίας, πιθανόν όμως αυτό οφείλεται στο ότι η γενοκτονία δεν συντελέστηκε στο έδαφος της αλλά ήταν μια ευρωπαϊκή υπόθεση.

        Την ίδια χρονική περίοδο στην ελληνική βιβλιογραφία μπορούσε κανείς να εντοπίσει μόλις δύο ιστοριογραφικές μελέτες όλο και όλο, του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη με τον τίτλο Οι διωγμοί των Εβραίων εν Ελλάδι 1941-1944, επί τη βάσει των μυστικών αρχείων των Ες-Ες, που εκδόθηκε το 1969 και τη μετάφραση του μνημειώδους έργου των Μίχαελ Μόλχο και Ιωσήφ Νεχαμά με τον τίτλο In Memoriam, το οποίο, αν και πρωτοεκδόθηκε στη γαλλική όμως γλώσσα το 1948-1949 από την ΙΚΘ, θα μεταφραστεί στην ελληνική μόλις το 1973.

        Μέχρι το 1984 το πλουσιότερο σώμα πληροφοριών γύρω από τις ναζιστικές διώξεις σε βάρος Εβραίων στον ελλαδικό χώρο προερχόταν από τη διεθνή βιβλιογραφία. Το υλικό αυτό που περιλάμβανε αυτοτελείς μελέτες που κάλυπταν την περίοδο από το 1944 έως το 1984, κατέγραψε σε κριτική βιβλιογραφία του ο  Steven Bowman με τον τίτλο Οι Εβραίοι στην Ελλάδα την εποχή του πολέμου και περιλαμβάνει δημοσιεύματα στα εβραϊκά από το Μουσείο Διαφύλαξης της Μνήμης του Ολοκαυτώματος, το Yad Vashem, αδημοσίευτες διατριβές που βασίζονταν στα αρχεία του Yad Vashem, εκθέσεις και απομνημονεύματα χειρόγραφα και δακτυλόγραφα στα ίδια αρχεία, δημοσιεύσεις σε ισπανικά και γαλλικά περιοδικά για τους σεφαραδίτες, πολυάριθμα δημοσιεύματα, κυρίως στα αγγλικά αλλά και στα γαλλικά και στα εβραϊκά και ελάχιστα στα ελληνικά.     

         Στο πεδίο των μαρτυριών των επιζώντων, η ελληνική βιβλιογραφία πολύ νωρίς, μόλις το 1948, δίδει στο φως την μαρτυρία του Ισαάκ Ματαράσσο με τον τίτλο Κι όμως όλοι τους δεν πέθαναν, για να ακολουθήσει τρεις σχεδόν δεκαετίες μετά, το 1974, μια ακόμα μαρτυρία του Αλβέρτου Μενασσέ, με τον τίτλο Birkenau Auschwitz II. Την ίδια περίοδο σποραδικές είναι και οι εμφανίσεις λογοτεχνικών κειμένων μη Εβραίων συγγραφέων με θεματολογία από το δράμα των Ελλήνων Εβραίων στην Κατοχή.

         Πάντως, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οπότε αρχίζουν να συναντώνται σποραδικά η νεοελληνική ιστοριογραφία με το εβραϊκό στοιχείο, κυρίως στα ζητήματα και στην έρευνα των δομών συνύπαρξης του εβραϊκού στοιχείου με τις άλλες κοινότητες του ελλαδικού χώρου, εκδηλώνεται δειλά το ενδιαφέρον και για την καταστροφή των Εβραίων της Ελλάδας, με την έκδοση νέων μαρτυριών και μεταφράσεις έργων, για να πυκνώσει και ξεσπάσει στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και σε όλη την διάρκεια της μια εκδοτική έκρηξη, με την έκδοση αυτοτελών μελετών και μαρτυριών επιζησάντων και την διοργάνωση συμποσίων με θεματικές που περιστρέφονταν αποκλειστικά στις διώξεις των Ελλήνων Εβραίων και την καταστροφή τους.

          Η Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, με δυναμικό  νέων επιστημόνων, μέσα από το πλήθος των συμποσίων και των ημερίδων και την δημοσίευση των σχετικών πρακτικών, ανέδειξε επιμέρους ζητήματα των διωγμών των Ελλήνων Εβραίων, ενώ εμβάθυνε ουσιαστικά και σε ζητήματα μνήμης και διαλόγου της ιστορίας και των συμφραζόμενων του σήμερα με την ιστορική μνήμη. Ωστόσο, η συστηματική έρευνα των δομών της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα με εκτενείς αναφορές στις διώξεις σε βάρος των Ελληνοεβραίων, θα συστηματοποιηθεί από το 1994 και μετά μέχρι σήμερα, με την έκδοση των εξαιρετικών συγγραμμάτων του Mark Mazower με τον  τίτλο Στην Ελλάδα του Χίτλερ και χρόνια μετά με την Θεσσαλονίκη-Πόλη των φαντασμάτων καθώς και του Hagen Fleischer με το δίτομο έργο του Στέμμα και σβάστικα. Θα πρέπει κανείς να σταθεί και στη σημαντική συμβολή της Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου, υπό την επιμέλεια της οποίας εκδόθηκαν πολλές από τις μαρτυρίες επιζησάντων, αλλά και στον τρόπο που ανέδειξε και αξιοδότησε τη μαρτυρία ως πολύτιμο ιστοριογραφικό εργαλείο.

 

         Η συνέχεια ήταν πλουσιότατη σε παραγωγή, ενώ στη σχετική προβληματική εισέρχονται όλο και πιο πυκνά μη Εβραίοι Έλληνες ιστορικοί. Η Φωτεινή Τομαή και ο Θάνος Βερέμης αξιοποιούν και δημοσιεύουν τα ιστορικά αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, άλλοι ακαδημαϊκοί ιστορικοί, όπως ο Γιώργος Μαργαρίτης, ο Στράτος Δορδανάς κ.ά εστιάζουν σε διάφορες εκφάνσεις του διωκτικού φαινομένου και σε θέματα που σχετίζονται με τα «ταμπού» και τη στάση του μη εβραϊκού πληθυσμού την εποχή των διώξεων σε βάρος των Εβραίων, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 2000 ανακαλύπτεται κι αξιοδοτείται ο ανεξάντλητος κόσμος των μικροϊστοριών,  δηλαδή οι ιστορίες των υποκειμένων αλλά και των τοπικών κοινωνιών που  συνθέτουν ως επιμέρους φαινόμενα το όλον, το γενικό. Το οποίο, σαν μια κατ’  αρχήν απόφανση, μας είναι ήδη γνωστό, αλλά αγνοούσαμε πως αναπτύχθηκε στα σπλάχνα του, στο υπογάστριο του, στην ελληνική επαρχία και στα κατ’  είδος πρόσωπα που βίωσαν το κατοχικό γεγονός.

        Σε αυτά τα έργα και πολλά ακόμα που παραλείπω, δίχως οποιαδήποτε διάθεση υποτίμησης της συμβολής τους, φωτίζονται αθέατες όψεις μιας κρίσιμης εποχής που σημάδεψε την τύχη του ελληνικού εβραϊσμού οριστικά. Κοντά σε αυτές τις εκδόσεις ένα περιβάλλον ευάριθμων εκδόσεων κι αυτοεκδόσεων, που εστιάζουν το ενδιαφέρον τους κυρίως στις τοπικές κοινότητες, συμπληρώνουν ικανοποιητικά την εικόνα της εξεταζόμενης περιόδου μέσα από τις διαδρομές των επιμέρους τοπικών κοινωνιών, ενώ πλήθος μεταφράσεων σημαντικών ξένων ερευνητών και ιστοριογράφων σχεδόν εξαντλεί την γνώση μας για τις ναζιστικές δομές και τον τρόπο  οργάνωσης και λειτουργίας των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Απαραίτητη όμως και η αναφορά στα δοκίμια Ελλήνων και ξένων διανοουμένων που ωρίμασαν τη σκέψη στα ζητήματα διαλόγου της ιστορίας και της μνήμης με πυρήνα σκέψης το γεγονός της γενοκτονίας.

         Όλο αυτό το σώμα βιβλίων, μελετών, κειμένων και δημοσιευμάτων, συνιστούν πλέον ένα αξιοπρεπές corpus, το οποίο μας δίδει μια εξαιρετικά ικανοποιητική εικόνα του διωκτικού φαινομένου και ειδικότερα της καταστροφής του εβραϊσμού της Ελλάδας. Οι ερευνητές που άνοιξαν στις τελευταίες δύο δεκαετίες έναν γόνιμο επιστημονικό διάλογο φώτισαν αθέατες όψεις του ναζιστικού διωγμού σε βάρος των Εβραίων, οι οποίες δεν περιορίζονται μόνον στην εκτόπιση και την εξόντωση αλλά εξετάζονται, ανετότερα πλέον, και άλλες παράμετροι που συνυφαίνονται με τις ναζιστικές διώξεις, όπως η στάση του μη εβραϊκού πληθυσμού, ο δοσιλογισμός, η υφαρπαγή των εβραϊκών περιουσιών και η μεταπολεμική τύχη τους, όπως επίσης οι νομοθετικές σιωπές ή οι νομοθετικές πρωτοβουλίες γύρω από ζητήματα επιστροφής περιουσιών, τιμωρίας των δοσίλογων και των εγκληματιών πολέμου. Ωστόσο, γεγονός είναι ότι στην προσπάθεια να εξηγηθεί και να κατανοηθεί ο γενοκτονικός μηχανισμός, οι ερευνητές προσέκρουαν σε μια αντικειμενική αδυναμία: οι Ναζί εξοντώνοντας τους Εβραίους, εξαφάνισαν και κάθε ίχνος της ανάμνησης τους (αρχεία Κοινοτήτων, βιβλιοθήκες, καταγραφές των στρατοπέδων συγκέντρωσης κ.ά). Και κυρίως προσέκρουαν στην αντικειμενική αδυναμία να καταγράψουν την οριακή εμπειρία αυτού που εξοντώθηκε.

         Τα έργα αυτά αξιοποίησαν ένα ευρύ φάσμα πηγών: αρχεία Κοινοτήτων, όπου κι όπως αν σώθηκαν αυτά, αρχειακές διαθεσιμότητες του Υπουργείου Εξωτερικών, άλλων υπηρεσιών ή οργανισμών, έμμεσες πηγές (δικαστικά αρχεία, κτηματολογικές εγγραφές, δημοτικά αρχεία κ.ά), φωτογραφικές απεικονίσεις, εφημερίδες εποχής, παράνομος τύπος, ιδιωτικά αρχεία, ημερολόγια, αλληλογραφία και κυρίως τις προφορικές συνεντεύξεις ή γραπτές μαρτυρίες των επιζώντων είτε των στρατοπέδων ή γενικά του διωγμού, οι οποίες, παρά τις αμφισβητήσεις που διατυπώνονται διεθνώς για την αξιοπιστία τους ως τεκμηρίων (και είναι ένας διάλογος που ακόμα δεν έχει κοπάσει), εξακολουθούν να αποτελούν βασικό μεθοδολογικό εργαλείο αντίληψης του διωκτικού φαινομένου, αποτύπωσης του, αναπαράστασης του και ερμηνείας των διωκτικών μηχανισμών.

         Κοντά στις μαρτυρίες των επιζώντων, σημαντικό είναι να τονιστεί ότι στην προσπάθεια για την συνολική αναπαράσταση του γεγονότος της γενοκτονίας, σημαντική στάθηκε η συμβολή και των μαρτυριών των «θεατών» (των «bystanders»), όπως εισήγαγε τον όρο πρώτος ο Hilberg. Αν οι Εβραίοι μάρτυρες των διωγμών περιορίζονται, κατά βάση και υπό την πίεση των γεγονότων, στα περιστατικά που τους αφορούν, προσφέροντας μας όμως έτσι μια πρωτότυπη γνώση του διωκτικού γεγονότος, οι «θεατές» έχουν την ευχέρεια να αποτυπώσουν συνολικά το κλίμα της εποχής. Και τούτη η ιδιαιτερότητα κάνει τη μαρτυρία τους ακόμα πιο σημαντική, διότι η διαφορά από τους άλλους έγκειται στο ότι εδώ «ο μάρτυρας με την έννοια του θεατή μιας πράξης ταυτίζεται με τον μάρτυρα που θυσιάζεται», όπως διεισδυτικά επισήμανε ο Ρουμάνος πεζογράφος Vasile Androu στο μυθιστόρημα του Τα πετεινά του ουρανού.

 

          Ωστόσο, παρά την ικανοποιητική εικόνα που έχουμε σήμερα, υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα που πρέπει να διανυθεί. Οι υπάρχουσες διαθεσιμότητες δεν έχουν εξαντληθεί ερευνητικά, είτε αφορούν την Θεσσαλονίκη είτε μικρότερες πόλεις της Ελλάδας με προπολεμικό εβραϊκό πληθυσμό, παρά τις επιμέρους δυσχέρειες πρόσβασης στο διαθέσιμο υλικό ή και πολλές φορές την αποσπασματικότητα του υλικού λόγω της απώλειας ή της καταστροφής μεγάλου μέρους αυτού.

         Επιπλέον, οι ερευνητές βρίσκονται μπροστά σε νέες αρχειακές προκλήσεις: λ.χ. ο επαναπατρισμός του αρχείου της ΙΚΘ που φυλασσόταν για πάνω από 65 χρόνια στη Μόσχα. Πρόκειται για ένα ογκώδες υλικό που είχαν αρπάξει οι γερμανικές δυνάμεις Κατοχής το 1941 και το οποίο αμέσως μετά τη λήξη του Πολέμου περιήλθε στην κατοχή των Σοβιετικών και παρέμενε στο Ρωσικό Στρατιωτικό Αρχείο επί πολλά χρόνια ξεχασμένο. Ο εντοπισμός του δεν θα γινόταν γνωστός εάν δεν συνέβαιναν τα συγκλονιστικά γεγονότα της πτώσης του Τείχους και οι αλλαγές στην άλλοτε Σοβιετική Ένωση, που ευνόησαν την πρόσβαση σε νέες –άγνωστες ως τότε- αρχειακές διαθεσιμότητες τόσο στη Ρωσία όσο και στις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Εβραϊκά αρχεία άλλων χωρών που φυλάσσονταν στη Μόσχα έχουν ήδη επιστραφεί (Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία, Ολλανδία).

         Το υλικό του Ελληνικού Εβραϊκού Αρχείου αριθμεί 350 φακέλους για τη Θεσσαλονίκη, εκ των οποίων οι 200 αφορούν άλλες ελληνικές εβραϊκές κοινότητες. Δημόσια έγγραφα, αλληλογραφία της Κοινότητας με φορείς της πόλης, πίνακες μετοχών, κτηματόγραφα, δηλώσεις γάμων, βαπτίσεων και θανάτων αποτελούν έναν αφάνταστο θησαυρό γνώσεων για την παρουσία των Εβραίων πριν εξοντωθούν στα στρατόπεδα του θανάτου στην Πολωνία, όπου εκτοπίστηκαν δεκάδες χιλιάδες μέλη της Κοινότητας.     

         Κι αν το αρχείο αυτό φωτίζει προπολεμικές όψεις της Κοινότητας της Θεσσαλονίκης κι εμμέσως κι άλλων Κοινοτήτων, εκατομμύρια αντίγραφα αρχείων των Ναζί μεταφέρονται μέσω ψηφιακής επεξεργασίας σε μουσεία για το Ολοκαύτωμα στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, στο πλαίσιο της διεθνούς συμφωνίας για το άνοιγμα του ογκώδους αρχείου του Bad Arolsen υπό την επίβλεψη της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC).

        Στα 47 εκατομμύρια αρχεία που φυλάσσονται στο Bad Arolsen της Κεντρικής Γερμανίας περιλαμβάνονται οι ναζιστικές καταγραφές για τα θύματα της θηριωδίας, τους ανθρώπους που υποχρεώθηκαν σε καταναγκαστική εργασία, τα θύματα των στρατοπέδων συγκέντρωσης και τους πολιτικούς κρατούμενους.

        Τα αρχεία που φυλάσσονται στο Bad Arolsen συγκεντρώθηκαν από στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές των Ναζί με τη λήξη του Β’  Παγκοσμίου Πολέμου. Με γκρίζα, γραφειοκρατική γλώσσα οι Ναζί κρατούσαν στοιχεία για τα πάντα, από τον αριθμό των ψειρών στο κεφάλι ενός κρατούμενου έως την ακριβή στιγμή της εκτέλεσής του.

        Βάση τεκμηρίωσης για τους 30 εκατομμύρια φακέλους του Bad Arolsen, που αφορούν σε 17,5 εκατομμύρια θύματα της ναζιστικής θηριωδίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, ήταν το αρχείο του Βρετανικού Ερυθρού Σταυρού από το 1943. Το 1946 τα αρχεία αυτά με απόφαση των δυτικών συμμάχων μεταφέρθηκαν στο Bad Arolsen, το οποίο γεωγραφικά βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο των τότε ζωνών κατοχής στη Γερμανία.

        Το 1955 υπεγράφη από 11 κράτη η «Συνθήκη της Βόννης», η οποία και όριζε την τύχη αυτού του αρχείου. Η συνθήκη προέβλεπε ότι θα διαχειρίζεται το αρχείο η Διεθνής Υπηρεσία Αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού (ITS), η οποία εξουσιοδοτήθηκε να δίνει πληροφορίες μόνο για την τύχη των θυμάτων του ναζισμού, χωρίς όμως άμεση και προσωπική πρόσβαση σε αυτά. Απέκλειε μάλιστα πλήρως την πρόσβαση σε ιστορικούς και δημοσιογράφους. Ήδη η προσβασιμότητα έχει διευκολυνθεί, όχι όμως δίχως προσκόμματα.

        Ο συγκεκριμένος όρος τέθηκε, διότι, κατά την εκτίμηση των εκπροσώπων των 11 κρατών, το περιεχόμενο των αρχείων ήταν «άκρως απόρρητο», επειδή συμπεριλάμβαναν «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα». Τα 11 κράτη που υπέγραψαν τη συνθήκη ήταν: οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Ιταλία, η Πολωνία, το Ισραήλ, η Βρετανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και η Ελλάδα.

 

       Ένα από τα πλέον θολά ακόμα ζητούμενα της εξεταζόμενης εποχής αποτελεί ήδη από την εποχή που πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο του Raul Hilberg The destruction of the European Jews, το 1961, ο ακριβής αριθμός των θυμάτων της γενοκτονίας των Εβραίων. Είναι αλήθεια ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να είναι κανείς ακριβής για τον συνολικό αριθμό. Το υλικό που αφαίρεσαν από τις εβραϊκές κοινότητες και σε κάποιες των περιπτώσεων κατέστρεψαν οι Ναζί, κι αποτύπωνε την προπολεμική κατάσταση των Κοινοτήτων, κυρίως στα δημογραφικά τους δεδομένα, ασφαλώς θα διευκόλυνε τον επιστήμονα μεταπολεμικά στην ακριβέστερη καταγραφή του μεγέθους της καταστροφής σε ζωές και περιουσίες.

        Όπως σχεδόν παντού στον ευρωπαϊκό χώρο, έτσι και στην Ελλάδα οι εκτιμήσεις τόσο για τον οριστικό αριθμό του εβραϊκού πληθυσμού κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όσο και για τα ποσοστά απωλειών ποικίλουν από ερευνητή σε ερευνητή, ανάλογα με τα ερευνητικά-μεθοδολογικά εργαλεία που χρησιμοποίησε για την εξαγωγή συμπερασμάτων, χωρίς ωστόσο να παρεκκλίνουν σημαντικά μεταξύ τους.

        Το βέβαιο είναι πως οποιαδήποτε εκτίμηση κι αν υιοθετηθεί, το ποσοστό εξόντωσης των Εβραίων της Ελλάδας ήταν ένα από τα υψηλότερα της Ευρώπης.

        Ενδεικτικά των διακυμάνσεων των ποσοστών αναφέρω τα ακόλουθα παραδείγματα:

        Στο πρώτο βιβλίο αναφοράς της διεθνούς βιβλιογραφίας, στο The destruction of the European Jews, ο Hilberg αναφερόταν σε 60.000 Έλληνες Εβραίους που χάθηκαν και πιθανόν σε 12.000 επιζώντες, οπότε σύμφωνα με τον Hilberg, οι απώλειες ανέρχονταν κατά μέσο όρο στο 80% του προπολεμικού πληθυσμού της.

        Η πιο πρόσφατη (το 1995) και επικεντρωμένη στην Ελλάδα μελέτη του Hagen Fleischer, Στέμμα και Σβάστικα-Η Ελλάδα της Κατοχής, επιβεβαιώνει grosso modo τους αριθμούς του Hilberg. Συγκεκριμένα, ο Fleischer αναφέρεται σε εβραϊκό πληθυσμό 70.000-72.000 Ελλήνων Εβραίων (μαζί με τα Δωδεκάνησα), από τους οποίους 58.885 εκτοπίστηκαν και σε 2.000 επιζώντες που επέστρεψαν. Συνεπώς, υπολογίζει τον αριθμό των θυμάτων των στρατοπέδων σε 56.885 άτομα κι έτσι το ποσοστό απωλειών ανέρχεται σε 79% του προπολεμικού πληθυσμού.

       Το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο της Ελλάδας αποκλίνει αισθητά από αυτές τις εκτιμήσεις. Σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις του ΚΙΣ ο προπολεμικός πληθυσμός ανερχόταν σε 77.377 άτομα, ενώ ο μεταπολεμικός σε 1.226 άτομα και με βάση τον υπολογισμό αυτό το ποσοστό απωλειών υπολογίστηκε στο 86,7% του προπολεμικού πληθυσμού. Πλην όμως δεν θα πρέπει να διαλάθει της προσοχής και της επαναξιολόγησης ότι αυτά τα στοιχεία προέρχονται από την πρώτη επίσημη καταγραφή του ΚΙΣ για όλες τις εβραϊκές κοινότητες της Ελλάδας. Η απογραφή αυτή έγινε από υπαλλήλους των κατά τόπους Κοινοτήτων το 1946, είναι η παλαιότερη που απόκειται στα αρχεία του ΚΙΣ και διεκπεραιώθηκε στις δύσκολες συνθήκες της εποχής, δίχως νεότερη έρευνα επαλήθευσης.

         Ο Mark Mazower, στο έργο του Στην Ελλάδα του Χίτλερ, που εκδόθηκε το 1994,  στρογγυλεύει κάπως τους αριθμούς, αφού αναφέρεται σε 70.000 πληθυσμό, σε 10.000 επιζώντες, άρα σε ποσοστό εξόντωσης της τάξης του 85,7%.

         Θα πρέπει ωστόσο να σχολιάσουμε ότι τα τελικά ποσοστά επηρεάζονται και από άλλες αριθμητικές παραμέτρους:

         Οι Εβραίοι-θύματα των ναζιστικών διώξεων διακρίνονται, σύμφωνα με την περισσότερο παραδεδεγμένη έννοια του θύματος των ναζιστικών διώξεων, σε τρεις κατηγορίες:

        - σ’ αυτούς που συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν μαζικά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης,

        - σ’ αυτούς που συνελήφθησαν στις πόλεις κατοικίας τους ή σε άλλες περιοχές (πριν ή μετά τις μαζικές συλλήψεις) κι εκτελέστηκαν καθώς και σε αυτούς που συνελήφθησαν ως μέλη αντιστασιακών ομάδων κι εκτελέστηκαν ή στην προσπάθεια τους να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή

        - και σ’ αυτούς που υπέκυψαν στις κακουχίες ή σε ασθένειες εξαιτίας των ναζιστικών διώξεων, με απώτερο χρονικό σημείο ένταξης στην κατηγορία αυτή τον Οκτώβριο του 1945.

        Το απώτατο αυτό χρονολογικό όριο τέθηκε ευλόγως, διότι είχε παρατηρηθεί γενικά ότι σε πολλές περιπτώσεις επιζώντων, οι κακουχίες ή οι ασθένειες από τις διώξεις εκδηλώθηκαν κι εξελίχθηκαν σε θάνατο αρκετούς μήνες ή ακόμα και χρόνο μετά την απελευθέρωση ή την επιστροφή και ορθά υποστηρίχθηκε η υιοθέτηση αυτού του συμβατικού χρονικού ορίου ως τεκμηρίου ένταξης ή μη στην έννοια του θύματος των ναζιστικών διώξεων.

 

        Ο μεταπολεμικός εβραϊκός πληθυσμός αποτελούνταν από τους 2.000 περίπου επιζώντες των στρατοπέδων και όσους κατάφεραν να αποφύγουν την εκτόπιση είτε γιατί ενσωματώθηκαν σε αντιστασιακές ομάδες είτε γιατί διέφυγαν στην ύπαιθρο είτε γιατί η κοινότητα τους διέφυγε της εκτόπισης, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ζακύνθου.

        Οι περισσότεροι Έλληνες Εβραίοι εκτοπισμένοι οδηγήθηκαν στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου, ενώ ορισμένοι στη Τρεμπλίνκα και οι 366 ισπανικής υπηκοότητας σεφαραδίτες στο στρατόπεδο του Μπέργκεν-Μπέλσεν, όπου και διασώθηκαν χάρη στην παρέμβαση της ουδέτερης Ισπανίας του Φράνκο.

       Το ποσοστό εξόντωσης των Εβραίων της Ελλάδας (είτε αυτό είναι 79% είτε 86,7%) είναι τεράστιο και σαφώς μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των χωρών της Δυτικής Ευρώπης, και μάλιστα πλησιάζει αυτό των χωρών της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, που περισσότερο επλήγησαν από τις διώξεις. Να θυμίσουμε λ.χ. ότι το Βέλγιο έχασε το 37% του εβραϊκού πληθυσμού του και η Γαλλία μόλις το 30%. Η Ελλάδα πλησιάζει την Ολλανδία, την μοναδική δυτική χώρα που γνώρισε υψηλότατο ποσοστό εξόντωσης (85%), αν και ήταν γνωστή για την ανεξιθρησκία της, και είχε μια καλά ενσωματωμένη κοινωνικά εβραϊκή κοινότητα, καθώς και χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία, η Τσεχοσλοβακία, η Πολωνία.

        Εν προκειμένω και η αριθμητική έχει τη δική της ανθρωπογεωγραφία στον ελλαδικό χώρο. Ο μέσος όρος απωλειών αντιστοιχεί μεν στο σύνολο του ελληνοεβραϊκού πληθυσμού, αλλά δεν αντιστοιχεί σε καμιά συγκεκριμένη Κοινότητα, εμφανίζοντας σπουδαίες διακυμάνσεις από περιοχή σε περιοχή (να σας αναφέρω λ.χ. δύο ακραία παραδείγματα: απώλειες 96% για τη Θεσσαλονίκη, ενώ 26% για το Βόλο και καμία για τη Ζάκυνθο).

        Τα ποσοστά επιβίωσης έχουν την δική τους γεωγραφία, στενά δεμένη με τις τρεις ζώνες Κατοχής (γερμανική, ιταλική, βουλγαρική) και τον χρόνο της εκτόπισης. Στα γερμανοκρατούμενα τμήματα της Ελλάδας κατοικούσαν σχεδόν τα 3/4 των Εβραίων της χώρας. Εντούτοις, οι Γερμανοί καθυστερούσαν τα σχέδια της «φυλετικής κάθαρσης», προκειμένου να πετύχουν πρώτα ένα συντονισμό με τις άλλες δυνάμεις κατοχής, τους Bούλγαρους και κυρίως τους «δύστροπους» σε αυτό το σημείο Iταλούς εταίρους τους. Εν αναμονή της ευθυγράμμισης των τελευταίων αρκέστηκαν μέχρι το καλοκαίρι του 1942 σε «δευτερεύοντα» μέτρα, όπως ανακρίσεις, κατασχέσεις, μεμονωμένες συλλήψεις, εκτελέσεις και βεβαίως προπαγάνδα και παραπλάνηση.

         Τέλος, στην στατιστική γεωγραφία των ποσοστών εκτόπισης έπαιξε ασφαλώς καθοριστικό ρόλο κι ένας άλλος ανθρωπογεωγραφικός παράγοντας: η πολυμορφία των εβραϊκών κοινοτήτων. H εβραϊκή παρουσία στην Ελλάδα ήταν περισσότερο ποικιλόμορφη απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης: ελληνόφωνοι «Pωμανιότες» που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα από τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, «Aσκεναζείμ» από την Ανατολική Ευρώπη και κυρίως ισπανόφωνοι Σεφαραδίτες που όλοι τους είχαν βρει άσυλο εδώ, ύστερα από αιματηρά πογκρόμ σε διάφορα μέρη της Γηραιάς Ηπείρου. H πολυμορφία αυτή, που δεν ήταν απλώς απόρροια διαφορετικής προέλευσης, αντανακλούσε επίσης τους διαφορετικούς βαθμούς κοινωνικής και πολιτισμικής ένταξης και συνοχής των εκάστοτε κοινοτήτων στον πληθυσμό της πλειονότητας. O παράγων αυτός σχετιζόταν άμεσα και με τις έντονες διαφορές στην ικανότητα των εβραϊκών κοινοτήτων να αντιμετωπίσουν την πιο θανάσιμη απειλή που είχαν συναντήσει στη μακρόχρονη ιστορία τους, δηλαδή τους διωγμούς εκ μέρους της ναζιστικής Γερμανίας. Συνεπώς, οι εντυπωσιακές διαφορές στα κατά τόπους ποσοστά επιβίωσης απορρέουν εν μέρει και από αυτήν τη μεταβλητή.

 

        Το πρόβλημα της εξαγωγής ασφαλών αριθμητικών συμπερασμάτων ως προς τον ακριβή αριθμό των θυμάτων της γενοκτονίας των Εβραίων από τους Ναζί, φαντάζει να είναι άλυτο.

        Το Yad Vashem, το Ίδρυμα για τη Μνήμη των Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, που ιδρύθηκε το 1953 με πράξη του ισραηλινού Κοινοβουλίου και με έδρα την Ιερουσαλήμ, και το οποίο έχει αναλάβει, στα πλαίσια των καταστατικών σκοπών του, την τεκμηρίωση της ιστορίας του εβραϊκού λαού κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας και τη διατήρηση της μνήμης και της ιστορίας του καθενός από τα έξι εκατομμύρια θύματα, μεταξύ των άλλων επιχειρεί ήδη από το 1955 να λύσει τους αριθμητικούς γρίφους στην προσπάθεια του να εξάγει και τεκμηριώσει τα αληθινά ποσοστά των απωλειών κατά χώρα και κοινότητα. Στα πλαίσια αυτού του κολοσσιαίου ερευνητικού προγράμματος, έχει δημιουργήσει ήδη από το 1955 μία βάση δεδομένων των ονομάτων των Εβραίων που αφανίστηκαν στη διάρκεια της γενοκτονίας, βάσει των «σελίδων μαρτυρίας» - μια μορφή δηλώσεων από επιζώντες, συγγενείς και φίλους των θυμάτων. Μέχρι σήμερα εκτιμάται ότι έχουν τεκμηριωθεί τα μισά από τα έξι εκατομμύρια θύματα της γενοκτονίας και η τεκμηρίωσή τους έχει προσαρμοστεί σε μια κεντρική βάση δεδομένων, η οποία λειτουργεί πλέον και σε ηλεκτρονική-ψηφιακή μορφή. 

         Οι δυσκολίες αυτού του φιλόδοξου project είναι κάτι περισσότερο από προφανείς και θα μου επιτρέψετε να σας μεταφέρω τη δική μου εμπειρία από τη συμμετοχή μου σε αυτό, με αφορμή την έρευνα μου για τη συγγραφή του βιβλίου «Σκιές της πόλης» που πραγματεύεται τον διωγμό των Εβραίων της Βέροιας.

        Θα χρησιμοποιήσω συνεπώς ως παράδειγμα εργασίας την περίπτωση της Κοινότητας της Βέροιας για να αναφερθώ στη συνέχεια στην πρόοδο συνολικά του έργου καταγραφής και ταυτοποίησης των Εβραίων θυμάτων στον ελλαδικό χώρο. Άλλωστε, οι ίδιες παράμετροι δυστοκίας υλικού και ταυτοποίησης ισχύουν λίγο-πολύ για όλες τις κοινότητες που υπέστησαν σημαντικές απώλειες (η Βέροια λ.χ. απώλεσε το 78% του προπολεμικού της εβραϊκού πληθυσμού).

        Έτσι λοιπόν για μεν την καταγραφή των επιζώντων, δηλαδή αυτών που διέφυγαν σε διάφορες περιοχές κι επέστρεψαν στη Βέροια, το έργο της καταγραφής τους ήταν αυτονόητα ευχερές χάρη στη συμβολή των ίδιων των επιζώντων ή των απογόνων αυτών, για την καταγραφή όμως των θυμάτων, τα οποία στη συντριπτική πλειονότητά τους εκτοπίστηκαν κι εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς και του Μπιρκενάου, η προσπάθεια τεκμηρίωσης και κατάρτισης ενός πλήρους καταλόγου ήταν εξαιρετικά δυσχερής.

         Στον ενιαίο (αλφαβητικό) κατάλογο θυμάτων που καταρτίστηκε με βάση τα κριτήρια αναγνώρισης ως θύματος, όπως σε προηγούμενη θέση ταξινομήθηκαν, συμπεριλήφθηκαν αυτοί που συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν μαζικά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αυτοί που συνελήφθησαν στις πόλεις κατοικίας τους ή σε άλλες περιοχές (πριν ή μετά τις μαζικές συλλήψεις) κι εκτελέστηκαν καθώς και σε αυτούς που συνελήφθησαν ως μέλη αντιστασιακών ομάδων κι εκτελέστηκαν ή εκτελέστηκαν στην προσπάθεια τους να διαφύγουν και σε αυτούς που υπέκυψαν στις κακουχίες ή σε ασθένειες εξαιτίας των ναζιστικών διώξεων, με απώτερο χρονικό σημείο ένταξης στην κατηγορία αυτή τον Οκτώβριο του 1945.

         Το επίπονο έργο της συλλογής ονομάτων βασίστηκε αρχικά στην κατάσταση θυμάτων που κατάρτισε το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο της Ελλάδας σταδιακά από την επαύριον των διωγμών των Ελληνοεβραίων και εξέδωσε ως λεύκωμα με τον τίτλο Βιβλίο Μνήμης το 1979. Ωστόσο η πρώτη αυτή προσπάθεια δεν διεκδικούσε πληρότητα είτε ονομάτων είτε ιδιαίτερων στοιχείων για καθένα θύμα. Στο λεύκωμα τούτο συγκεντρώθηκαν όσα ονόματα κι όσα στοιχεία βρέθηκαν, στα οποία όμως δεν υπάρχει απόλυτη ομοιομορφία, διότι περιέχεται ό,τι βρέθηκε κι όπως τούτο βρέθηκε.

         Έπρεπε, λοιπόν, για τη βελτίωση (συμπλήρωση και διόρθωση) της πρώτης αυτής απόπειρας, να γίνει τεκμηρίωση όλων των ονομάτων (ένα προς ένα) με άλλα σωζόμενα ντοκουμέντα και με προφορικές ή γραπτές μαρτυρίες και πληροφορίες.

        Προηγουμένως, ωστόσο, έπρεπε να διευκρινιστεί ο ακριβής αριθμός των μελών της εβραϊκής κοινότητας της Βέροιας και των ονομάτων τους. Δυστυχώς το αρχείο της Κοινότητας είχε χαθεί και για καλή μου τύχη μια κατάσταση των μελών της Κοινότητας, που βρέθηκε σε ιδιωτικό αρχείο και χρονολογούνταν από το 1938, αποτέλεσε πολύτιμο οδηγό, ώστε μέσω της αντιπαραβολής των καταγεγραμμένων ονομάτων με βάση τις μαρτυρίες και τις συνεντεύξεις επιζώντων με τα αντίστοιχα διαθέσιμα ονόματα που περιέχονταν στις σωζόμενες καταστάσεις των μελών της Κοινότητας να επιχειρηθεί η ταυτοποίησή τους. Πλην, όμως, οι δύο χωριστές (ανδρών και γυναικών) καταστάσεις μελών της Κοινότητας που διασώθηκαν και φαίνεται να καταρτίστηκαν από τη διοίκηση της Κοινότητας το 1938, δυστυχώς δεν ήταν πλήρεις και δεν απέδιδαν τον πραγματικό αριθμητικό πληθυσμό της, ο οποίος, σύμφωνα με τα απογραφικά στοιχεία και τις πληροφορίες που προέρχονται κυρίως από τους επιζώντες, δεν ήταν επακριβώς προσδιορισμένος, ανερχόταν ωστόσο το 1943 κατά πάσα πιθανότητα σε περίπου 600-650 άτομα. Επιπλέον, σε αυτό τον πληθυσμό είχαν προσκολληθεί την περίοδο 1941-1943 και περίπου 150-200 Εβραίοι πρόσφυγες, προερχόμενοι από περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης αλλά και από τη Θεσσαλονίκη, με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του συνολικού εβραϊκού πληθυσμού, ο οποίος στο παραπάνω χρονικό διάστημα φαίνεται να ανερχόταν στα 750-850 περίπου άτομα. Έπρεπε, συνεπώς, επικουρικά και τεκμηριωτικά σε κάποιες περιπτώσεις, να ανατρέξω σε στοιχεία από τα μητρώα αρρένων και τις ληξιαρχικές πράξεις γέννησης και θανάτου των δημοτικών υπηρεσιών.

         Σημαντικό εργαλείο για την τεκμηρίωση των ονομάτων και του πραγματικού αριθμού των θυμάτων αποδείχθηκε η βάση δεδομένων του Yad Vashem. Ωστόσο και η βάση αυτή (αν και πληρέστερη συγκριτικά με αυτήν του ΚΙΣ) αποδείχτηκε σε πολλές περιπτώσεις αρκετά προβληματική, με αποτέλεσμα η έρευνα σε αυτή την περίπτωση να δυσχεραίνεται. Οι δυσκολίες εντοπίζονταν κυρίως σε διπλοεγγραφές ή πολλαπλές εγγραφές θυμάτων (υπήρχαν, λ.χ., περιπτώσεις που ένα θύμα είχε αναφερθεί από διάφορα μέλη της ίδιας οικογένειας και είχε συνεπώς καταχωρισθεί στη βάση δύο, τρεις ή ακόμα και τέσσερις φορές) και σε αρκετές περιπτώσεις υπήρχαν εγγραφές με λανθασμένα ή διαφορετικά στοιχεία. Σε σημαντικό επίσης αριθμό περιπτώσεων διέφεραν αρκετά από τα στοιχεία που θα επέτρεπαν την ταυτοποίησή τους με βάση την κατάσταση του ΚΙΣ, την κατάσταση μελών ή άλλα διαθέσιμα ντοκουμέντα (μητρώα αρρένων, ληξιαρχικές πράξεις, ακόμα και προπολεμικοί εκλογικοί κατάλογοι).

         Μία ακόμα πηγή πληροφοριών, το «βιβλίο θανάτων» του Άουσβιτς (Auschwitz Death Registers), απέφερε στην προκείμενη περίπτωση πενιχρά αποτελέσματα, αφού από το σύνολο των καταχωρισμένων πληροφοριών μόνο μία περίπτωση θύματος προερχόμενου από την Κοινότητα της Βέροιας ταυτοποιήθηκε.

         Με αυτές τις αδυναμίες των παραμέτρων τεκμηρίωσης που μόλις αναφέρθηκαν, έπρεπε να τεκμηριώσουμε τον αρχικό κατάλογο της βάσης δεδομένων εξαντλητικά, κυριολεκτικά κάθε όνομα ένα προς ένα, με βάση όλες τις διαθέσιμες γραπτές δεξαμενές τεκμηρίωσης (ή τις γραπτές μαρτυρίες και τις προφορικές πληροφορίες από επιζώντες) για να κατορθώσουμε στο τέλος ένα υψηλότατο ποσοστό αξιοπιστίας, δίχως όμως να αποκλείονται σφάλματα σε ορισμένες περιπτώσεις και κυρίως στα στοιχεία ταυτοποίησης που επιλέχθηκαν (λ.χ., πατρώνυμα, μητρώνυμα, επαγγέλματα και κυρίως ημερομηνίες γέννησης ή ηλικίες και ημερομηνίες θανάτου). Φρονώ ωστόσο ότι τυχόν λάθη που παρεισέφρησαν κινούνται στα όρια του στατιστικού λάθους ως προς τα τελικά ποσοστά.  

          Για την ευχερέστερη αναδρομή στα ονόματα αποφύγαμε την παράθεση των στοιχείων των θυμάτων σε πίνακες.

          Από τη βάση δεδομένων του Yad Vashem επιλέχθηκαν μόνον όσοι, με βάση τα κριτήρια αναζήτησης που εισάγει η μηχανή αναζήτησής του, κατοικούσαν στη Βέροια κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κι από αυτούς μόνον όσοι ταυτοποιήθηκαν ως προηγούμενοι κάτοικοι της Βέροιας, ενώ για λόγους που προαναφέρθηκαν αποκλείστηκε από την έρευνα ο εβραϊκός πληθυσμός που κατέφυγε στη Βέροια εξαιτίας του πολέμου ή άλλων αιτίων την περίοδο 1941-1943.

          Στις περισσότερες των περιπτώσεων που ταυτοποιήθηκαν επαρκώς, αναφέρονται όσα στοιχεία κατορθώθηκε να συλλεγούν (πατρώνυμα, μητρώνυμα, κύρια ονόματα κι επίθετα συζύγων, ημερομηνίες γέννησης ή μόνον ηλικίες, ημερομηνίες θανάτων, επαγγέλματα κ.λπ.), είτε από την παραπάνω βάση δεδομένων είτε (και κυρίως) από τις έμμεσες πηγές που προαναφέρθηκαν.

         Πλην των περιπτώσεων, στις οποίες ο τόπος θανάτου ήταν η Βέροια ή άλλες περιοχές της Ελλάδας, στις υπόλοιπες περιπτώσεις αναφέρεται ως τόπος θανάτου γενικά το στρατοπεδικό συγκρότημα του Άουσβιτς, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό του στρατοπέδου, όπου τελικά συνέβη αυτός (λ.χ., Μπιρκενάου, Άουσβιτς Ι κλπ).

         Τέλος, για καθένα από τα 460 ονόματα, που συγκεντρώθηκαν, παρατίθεται η πηγή τεκμηρίωσης της επιμέρους αναφοράς (έτσι, όπου ΚΙΣ εννοείται η κατάσταση του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, όπου Yad Vashem η βάση δεδομένων του Ιδρύματος, όπου Auschwitz Death Registers η βάση δεδομένων του Μουσείου του Auschwitz και σε ορισμένες περιπτώσεις μαρτυρίες επιζώντων ή στοιχεία από την ελληνική βιβλιογραφία). Άλλες πηγές (έμμεσες), όπως οι καταστάσεις μελών της Κοινότητας, εκλογικοί κατάλογοι, μητρώα αρρένων κ.ά., που λειτούργησαν ως επιβοηθητικά εργαλεία τεκμηρίωσης, θεωρήθηκαν ως δευτερεύουσας σημασίας πηγές και γι’ αυτό δεν συμπεριλήφθηκαν.

         Μέσα από αυτή τη διαδικασία για την Κοινότητα της Βέροιας, κατορθώσαμε να καταρτίσουμε και εντάξουμε στη βάση δεδομένων του Yad Vashem 275 νέες μαρτυρίες θυμάτων από τη Βέροια, που ως τότε αγνοούνταν.

 

          Στην Ελλάδα το έργο της ταυτοποίησης και της τεκμηρίωσης των θυμάτων της γενοκτονίας, έχει αναλάβει ο «Σύλλογος Απογόνων Θυμάτων Ολοκαυτώματος-2η Γενιά», ο οποίος ιδρύθηκε το 1993 και διοικείται από οκταμελές συμβούλιο.

          Ο Σύλλογος αυτός αποτελεί επίσημο εταίρο-συνεργάτη του Yad Vashem στην υλοποίηση και ολοκλήρωση του project της τεκμηρίωσης των ονομάτων και του αριθμού των θυμάτων. Η συνεργασία ξεκίνησε το 2005 με υπεύθυνο του προγράμματος για την Ελλάδα τον Σημάκη Φρανσές.

         Συνοπτικά, η διαδικασία που ακολουθείται σύμφωνα με το project περιλαμβάνει τα ακόλουθα στάδια:

         Αρχικά επιλέγεται μια ειδικότερη περιοχή της Ελλάδας για έρευνα. Το Yad Vashem προωθεί στον υπεύθυνο του προγράμματος ένα ηλεκτρονικό φύλλο επεξεργασίας όπου είναι καταχωρισμένα όλα τα ονόματα που είναι ήδη καταχωρισμένα στην βάση δεδομένων του Yad Vashem και με δηλωμένη μόνιμη κατοικία την επιλεγείσα περιοχή.

        Το δεύτερο στάδιο αφορά την επεξεργασία των διαθέσιμων στοιχείων. Τα δεδομένα του Yad Vashem γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας, μετατρέπονται σε λατινικούς χαρακτήρες με τους προτιμώμενους κατά περίπτωση όρους, καταχωρίζονται αλφαβητικά και ομαδοποιούνται κατά οικογένειες.

        Στο τρίτο στάδιο του έργου, ακολουθείται η εξής διαδικασία: ερευνάται η ύπαρξη καταλόγου με όλα τα θύματα της επιλεγείσας περιοχής και με τόπο κατοικίας την περιοχή αυτή κι αξιοποιούνται διάφορες διαθέσιμες πληροφορίες, μνείες κι αναφορές καθώς και συνεντεύξεις με επιζώντες του διωγμού από την ίδια περιοχή. Τα θύματα καταγράφονται και πάλι με λατινικούς χαρακτήρες, καταχωρίζονται αλφαβητικά και ομαδοποιούνται κατά οικογένειες.

         Στο επόμενο και τελικό στάδιο γίνεται η σύγκριση και η αξιολόγηση των διαφορών μεταξύ των δύο καταστάσεων (την αρχική του Yad Vashem και αυτής που καταρτίζει η ομάδα εργασίας). Για τα θύματα που δεν ήταν καταχωρισμένα και ανακαλύφθηκαν μέσα από την έρευνα και τη συλλογή, καταρτίζεται μια νέα σελίδα μαρτυρίας από τον υπεύθυνο του προγράμματος ή τους συνεργάτες της ομάδας εργασίας, ενώ παράλληλα διεξάγεται και μια έρευνα για τον εντοπισμό συγγενούς του θύματος. Εφόσον βρεθεί καταχωρίζονται στη σελίδα μαρτυρίας τα στοιχεία του και στη συνέχεια το ίδιο πρόσωπο την υπογράφει. Σε διαφορετική περίπτωση την σελίδα μαρτυρίας υπογράφει εκπρόσωπος της Κοινότητας (εφόσον υφίσταται).

        Μέχρι σήμερα θεωρούνται ολοκληρωμένες οι εργασίες ταυτοποίησης και τεκμηρίωσης των θυμάτων που προέρχονταν από τις Κοινότητες της Λάρισας, της Χαλκίδας, των Τρικάλων, του Βόλου, της Βέροιας, της Άρτας και των παιδιών της Κέρκυρας.

         Σε εξέλιξη βρίσκεται το έργο που αφορά την καταγραφή των θυμάτων που προέρχονταν από τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κρήτη και την Καστοριά.

         Συνολικά, προωθήθηκαν στο Yad Vashem για καταχώριση τους στη βάση δεδομένων 1.039 νέες σελίδες μαρτυρίας καθώς και ένα CD με 35.000 ονόματα θυμάτων από τη Θεσσαλονίκη –μια σπουδαία, μακρόχρονη και επίπονη εργασία του επιζώντα Χάϊντς Κούνιο.

 

        Θα ήθελα να κλείσω την εισήγηση μου επιστρέφοντας στα λόγια του ποιητή:

Πως τόσα πρόσωπα να γίνουν αριθμοί;

         Πίσω από τους αριθμούς κρύβεται ένα όνομα. Πίσω από τον αριθμό του, το κάθε όνομα διηγείται μέσα από την ελλειπτικότητα των στοιχείων του μια ιστορία, τη δική του σύντομη ή μακρά προπολεμική ιστορία, και μέσα από τη σιωπή του την τραγική του κατάληξη.

         Με αφορμή αυτό θα ήθελα να πω και το εξής: Η διαδικασία της ταυτοποίησης των θυμάτων στάθηκε μια εξαιρετικά οδυνηρή διαδικασία για μένα. Ήταν μια περιήγηση σε ένα απέραντο νεκροταφείο δίχως τάφους, σε ένα νεκροτομείο με ονομαστικά είδωλα νεκρών. Έπρεπε να αντιπαραβάλω ολόκληρες πολυμελείς οικογένειες, όνομα προς όνομα, παππούδες, γιαγιάδες, βρέφη και παιδιά. Δεκάδες – εκατοντάδες άνθρωποι εντελώς λησμονημένοι.  Άνθρωποι που έμεναν σε σπίτια όπως εμείς, που είχαν ένα τραπέζι όπως εμείς, ένα κρεβάτι όπως εμείς, ένα παιχνίδι τα παιδιά, όπως τα δικά μας. Άνθρωποι που είχαν μια ζωή ή παιδιά που δεν κατόρθωσαν να τη ζήσουν για πολύ, επειδή ένας ρυπαρός νους αποφάσισε σε ανύποπτο χρόνο να τους σηκώσει με τη βία από τις ζωές τους, ώστε λίγες μέρες μετά να μετατραπούν σε στάχτη.

         Σε αυτό το οδυνηρό ταξίδι της τεκμηρίωσης έψαξα, με αφορμή την αποψινή εκδήλωση, να βρω στη βάση δεδομένων τον “ψηφιακό τάφο” του David Tiano. Δεν τον βρήκα. Ελπίζω να συμπεριλαμβάνεται στο μνημειώδες έργο του Χάιντς Κούνιο.

         Για να θυμόμαστε και να μην εφησυχάζουμε. Οι φόβοι που στοιχειώνουν την εύθραυστη Ευρώπη, που στοιχειώνουν εμάς και τις κοινωνίες μας, είναι παρόντες.       

           Ή αλλιώς, όπως προφητικά είχε πει ο Leon Blum στη διαθήκη του: «Μια μικρή μετατόπιση των συνθηκών αρκεί για να ξυπνήσει το θηρίο στον άνθρωπο, σε κάθε άνθρωπο».-  




˟  Διάλεξη του Γιώργου Λιόλιου στα πλαίσια της ετήσιας ημέρας μνήμης του Δαυίδ Τιάνο, που πραγματοποιήθηκε στο Γενικό Προξενείο των Η.Π.Α. στη Θεσσαλονίκη στις 14.02.2011.
[1] Ο Δαυίδ Τιάνο ήταν υπάλληλος του Αμερικανικού Γενικού Προξενείου από το 1920. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου συνελήφθη και εκτελέστηκε από τις ναζιστικές κατοχικές δυνάμεις στις 7 Φεβρουαρίου 1942.