Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Η ΑΜΕΤΡΟΕΠΕΙΑ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΑΡΧΗ

Αναδημοσίευση ανάρτησης από:


Ο Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμων (κατά κόσμον Ιωάννης Καλπακίδης) μετέτρεψε το μουσουλμανικό τέμενος της Βέροιας, γνωστό ως ‘Μουσά Τσελεμπή ή Μεντρεσέ Τζαμί’, που σχετικά πρόσφατα αποκαταστάθηκε με δαπάνες του ελληνικού κράτους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε εκκλησιαστικό πολιτιστικό κέντρο. Η ενέργεια του μητροπολίτη αμφισβητήθηκε έντονα από τον κ. Γιώργο Λιόλιο με σχετικό άρθρο του στην εφημερίδα της Βέροιας «Μακεδονική» (02.07.10). Ακολούθησε απάντηση του μητροπολίτη κ. Π. Καλπακίδη στην ίδια εφημερίδα (06.07.10) και το θέμα έλαβε ευρύτερες πανελλαδικές διαστάσεις με άρθρο του Νίκου Βατόπουλου στην ‘Καθημερινή’ της 24.07.10.

Η απάντηση του κ. Παντελεήμονα Καλπακίδη διακρίνεται από έντονη αμετροέπεια, η οποία είναι καταφανής πίσω από το «γλυκερό» ύφος της. Συνήθως οι Έλληνες «δεσπότες» των επαρχιακών μητροπόλεων, έτσι προτιμούν δυστυχώς να αποκαλούνται οι επίσκοποι της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δεν είναι εξοικειωμένοι με την κριτική. Άλλωστε είναι πράγματι νομείς εξουσίας δεσποτικής. Αν στην Καθολική Εκκλησία υπάρχει ένας Πάπας στην Ελλάδα έχουμε τόσους πάπες, όσοι είναι και οι επαρχιούχοι μητροπολίτες της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε όλη την επικράτεια. Οι πρωτοβουλίες του, οι ενέργειές τους είναι εκ προοιμίου κατοχυρωμένες από το δεσποτικό αλάθητο….

Ο Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης υπεραμύνεται της μετατροπής του τεμένους σε εκκλησιαστικό κέντρο, καθόσον τούτο είναι ιδιοκτησία της Μητροπόλεως και επομένως η Μητρόπολη μπορεί ανέλεγκτα να αποφασίσει ως προς την χρήση του τεμένους….

Στη συνέχεια ο κ. Π. Καλπακίδης ενδύεται τον «εθναρχικό μανδύα» που συνηθίζουν πολλοί συνάδελφοί του να φορούν είτε συνεχώς είτε κατά καιρούς και αναλίσκεται σε μύδρους κατά της Τουρκίας και της διακυβερνήσεως των «Οσμανιδών». Αναφέρεται σε χριστιανικούς ναούς που ερείπωσαν στην Μικρά Ασία, στη βόρεια Κύπρο κ.λπ., κ.λπ.. Αναφέρεται στην υποχρεωτική ελληνοτουρκική ανταλλαγή των πληθυσμών που επακολούθησε την αποτυχημένη ελληνική εκστρατεία στην Μικρά Ασία το 1922. Δεν παραλείπει να χρεώσει, εντελώς ανιστόρητα, την ανταλλαγή στον Κεμάλ Ατατούρκ και στον Ισμέτ Ινονού, ενώ η ιστορία της εποχής καταδεικνύει πως υπήρξε απαίτηση του Βενιζέλου ο ξεριζωμός των Ελληνορθόδοξων από την Οθωμανική Τουρκία και η εγκατάστασή τους στην Ελλάδα και ο αντίστοιχος ξεριζωμός των Μουσουλμάνων από την Ελλάδα και η μεταφορά τους στην Τουρκία. Η αμετροέπεια του Μητροπολίτη κορυφώνεται με την κατακλείδα του υστερογράφου του, που αποτελεί ειρωνική επίθεση κατά του αρθρογράφου της εφημερίδας κ. Λιόλου: « Βεβαίως καταννοώ ότι μετά τη βράβευσή σας από την Ισραηλιτική Κοινότητα θα θέλατε ασφαλώς και μία αντίστοιχη Ισλαμικής προελεύσεως». Έτσι για να κατανοήσει ο κ.Λιόλιος και ο καθένας και η καθεμιά που θα τολμήσει να τον μιμηθεί και να αμφισβητήσει δημόσια το δεσποτικό αλάθητο του κ. Καλπακίδη πως οι δεσπότες, πέραν των ευλογιών που μοιράζουν μπορούν ανενδοιάστως να θέτουν υπό αμφισβήτηση την ανιδιοτέλεια όσων τολμούν έστω να αμφισβητήσουν τις αποφάσεις τους, οι οποίες ποτέ δεν υπήρξαν αποτέλεσμα διαλόγου με τους πιστούς….

Οι εθνικές ορθόδοξες εκκλησίες δυστυχώς πάσχουν από έναν χυδαίο ρατσιστικό εθνικισμό, φορείς του οποίου δυστυχώς είναι οι ταγοί των εκκλησιών αυτών, με λίγες εξαιρέσεις. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η τοπική Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως του 1872 (της Ορθόδοξης Εκκλησίας), καταδίκασε τον ‘εθνοφυλετισμό’ ως αίρεση, η επιμονή συγχρόνων ορθοδόξων ιεραρχών, με προεξάρχοντες Έλληνες, Σέρβους, Ρώσους, που πρώτα βάζουν το «έθνος» τους και από κάποια κρυφή γωνία επιτρέπουν να φανεί και το πρόσωπο του Χριστού στο προσκήνιο, φανερώνει την τραγική έκπτωση ήθους που βιώνει η διχασμένη Ορθόδοξη Εκκλησία στην εποχή μας.

Έτσι ο Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης μολονότι επικαλείται την οικουμενικότητα στην απάντησή του, εντούτοις αποδεικνύεται έντονα «εθνοφυλετιστής» με όσα ισχυρίζεται με περισσήν αήθεια και ανακρίβεια ιστορική. Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης που έχει πεθάνει αποκαλούσε δημόσια τους Μακεδόνες Ορθοδόξους Χριστιανούς (πολίτες της Δημοκρατίας της Μακεδονίας) «γύφτους» γιατί επιβουλεύονταν την ελληνικότητα της Μακεδονίας!

Την ιστορία του Μεντρεσέ Τζαμί δεν την είπαν με ακρίβεια στον κ. Π. Καλπακίδη. Όταν ο μητροπολίτης ήταν διάκονος στο Λονδίνο ως Θεόφιλος Καλπακίδης, το τζαμί, ιδιοκτησίας της Μητροπόλεως ήταν πριονοκορδέλα και υποθέτω πως ορισμένοι Ελληνορθόδοξοι θα ήταν ευχαριστημένοι αν το τζαμί είχε γκρεμιστεί από κάποιο σεισμό ή είχε καταστραφεί από «τυχαία» πυρκαγιά ώσπου ευτυχώς αποφασίσθηκε η αποκατάστασή του όχι με δαπάνες της ιδιοκτήτριας….

Ο κ. Παντελεήμων Καλπακίδης φαίνεται πως ζήλεψε την φήμη του Μητροπολίτη Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Δαμασκηνού Ρουμελιώτη, ο οποίος κατέλαβε το Ιμαρέτ, συμπεριλαμβανομένου και του τεμένους, του Γαζή Εβρενός της Κομοτηνής και το μετέτρεψε σε εκκλησιαστικό μουσείο, όπως άλλοτε είχαν πράξει οι Βούλγαροι κατακτητές της Θράκης (τέλη 19ου αιώνα).

Αν εξαιρέσουμε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που συμμετέχει σε διοργανώσεις με σκοπό τον διαθρησκειακό και διαπολιτισμικό διάλογο, οι τοπικές μητροπόλεις στην Ελλάδα όχι απλά αγνοούν τέτοιες πρωτοβουλίες αλλά με ενέργειές τους και με πρωτοβουλίες μητροπολιτών μάχονται τον διαθρησκειακό διάλογο και αμφισβητούν την αξία της διαπολιτισμικής επικοινωνίας, όπως πράττει ο κ. Παντελεήμων Καλπακίδης στην απάντησή του προς τον κ. Λιόλιο και την εφημερίδα της Βέροιας «Μακεδονική». Είναι χαρακτηριστική η ακόλουθη περίοδος του απαντητικού κειμένου του μητροπολίτη: «Υποπτεύομαι ότι η διαφορά μας είναι η αλήθεια που οδηγεί από την σκοτεινή στην φωτεινή ζώνη του εαυτού μας, κάτι εκ διαμέτρου αντίθετο προς τον δήθεν πολλαπλό και ποικίλο και βολευμένως ηδύ άνθρωπο της «πολυπολιτισμικότητας», που άτεχνώς εισηγείσθε, την μόλις ένα βήμα απέχουσαν από την τυραννία, την άντικρυς αντίθετη προς την Οικουμενικότητα της Ελληνορθοδοξίας πού ενστερνίζομαι».

Το άρθρο του κ. Γ. Λιόλιου και την απάντηση του Μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμονα Καλπακίδη μπορεί κάθε ενδιαφερόμενος να ανασύρει από την ιστοσελίδα της εφημερίδας «Μακεδονική» www.maknews.gr, ενώ το άρθρο της «Καθημερινής» από την ιστοσελίδα news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_24/07/2010_409052.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Ο Μενδρεσές στην εφ. "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

Στη Βέροια, η χρήση οθωμανικού μνημείου διχάζει την κοινωνία



Η Μητρόπολη έχει μετατρέψει ιστορικό τζαμί σε «Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο»

Tου Νίκου Βατόπουλου

Η Βέροια μάς δίνει, αυτή τη φορά, την αφορμή για να ασχοληθούμε με ένα ζήτημα το οποίο έχει βαθύτερα αίτια στο κοινωνικό σώμα. Η χρήση ενός οθωμανικού μνημείου της πόλης (Μεντρεσέ Τζαμί) από τη Μητρόπολη Βεροίας ως πολιτιστικό κέντρο της Εκκλησίας και η υποτίμηση του αυθεντικού χαρακτήρα του εσωτερικού χώρου με τοποθέτηση ορθόδοξων μη λατρευτικών εικόνων, προκάλεσε δριμύτατη αντιπαράθεση απόψεων στη Βέροια. Η Μητρόπολη, στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκει το οθωμανικό μνημείο υποστηρίζει ότι είναι δικαίωμά της να ορίσει εκείνη τη χρήση του. Το μνημείο έχει αναστηλωθεί (με ευρωπαϊκά και εθνικά κονδύλια), αλλά η Μητρόπολη θεωρεί ότι διατηρούσε ακόμη και το δικαίωμα της κατεδάφισης. Απλώς δεν το χρησιμοποίησε.

«Παρεκκλήσι» τον Μενδρεσέ δεν πρόκειται να κάνω», έγραψε στην απάντησή του στην εφημερίδα «Μακεδονική» ο μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης Παντελεήμων, «έστω κι αν το ιδιοκτησιακό καθεστώς θα επέτρεπε, έστω κι αν δεν πρόκειται για μνημείο κατά τη νομική και δεσμεύουσα έννοια του όρου. Κυριότατα διότι έτσι θα βεβηλώναμε την Εκκλησία, θα διακόπταμε τη μνήμη της επώδυνης προσβολής πέντε αιώνων και θα παρείχαμε άφεση στη θηριωδία χωρίς μετάνοια καθιστάμενοι κληρονόμοι των δημίων μας».

Οι απαξιωτικές εκφράσεις για άλλους πολιτισμούς (έστω και αν στην Ελλάδα οι Οθωμανοί ήταν οι κατακτητές), φανερώνει τη δυσκαμψία αποδοχής από μέρος της κοινωνίας, πόσω μάλλον από την τοπική Μητρόπολη, της ιστορικής πραγματικότητας και της πολιτισμικής εξέλιξης ενός τόπου. Δεν είναι, φυσικά, μόνο η Βέροια. Σε αρκετά σημεία της Ελλάδας, μνημεία που συνδέονται με την παρουσία των Οθωμανών ή ακόμη και τη βαθιά ριζωμένη στο σώμα του Ελληνισμού, παρουσία και δράση των Ελλήνων Εβραίων, αντιμετωπίζονται με καχυποψία και εθνικιστικό σκοταδισμό.

Στη Βέροια, ενδεικτικά, ανοίγει ένα ζήτημα που θέτει ερωτήματα καίριας σημασίας για την ελληνική κοινωνία. Προχωράμε ως σύνθεση ή επιβιώνουμε απομονωμένοι από τον διεθνή διάλογο;

Πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_24/07/2010_409052



AΠOΨH : Τζαμιά, όπως και συναγωγές, ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν μας

Τoυ Γιώργου Λιόλιου*

Η Βέροια είναι από τις ελάχιστες πόλεις του ελλαδικού χώρου που διαθέτει στα σπλάχνα του πολεοδομικού ιστού της πλήθος μνημείων: κατάλοιπα των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, μνημεία οθωμανικής αρχιτεκτονικής (τζαμιά, δημόσια λουτρά, γεφύρια), συναγωγή, μερικώς σωζόμενη εβραϊκή συνοικία, σπίτια μακεδονικής αρχιτεκτονικής.

Η μετατροπή εδώ κι ένα χρόνο από τη Μητρόπολη Βέροιας του Τεμένους του Μενδρεσέ (όπως καθιερώθηκε να αποκαλείται) σε «πολιτιστικό» κέντρο χριστιανικών εκδηλώσεων (χώρος διοργάνωσης εκδηλώσεων με αφορμή την εορτή του Απ. Παύλου, χριστιανικές συνάξεις, συνάξεις κληρικών της Μητρόπολης κ.ά.) με την ονομασία «Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο» και η αποδόμηση της θρησκευτικής ταυτότητας του εσωτερικού του κτιρίου με την τοποθέτηση γιγαντιαίων εικόνων του Απ. Παύλου κι άλλοτε του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά και μάλιστα στη θέση του ιερότερου χώρου του Τεμένους (στο μιχράμπ), αποκαλύπτει πολλαπλές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.

Ο έτσι κι αλλιώς εχθρικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει δεκαετίες τώρα η πολιτεία την αρχιτεκτονική και πολιτιστική κληρονομιά, αντικατοπτρίζει, ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με αλλόθρησκα μνημεία, τον φοβικό λόγο που αναπτύχθηκε σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα μετά την απελευθέρωση και τη δημιουργία του σημερινού κράτους-έθνους. Η πολιτεία επί δεκαετίες δεν άγγιζε σωστικά τα αλλόθρησκα μνημεία με τον φόβο μήπως κατηγορηθεί για ενδοτισμό και εθνική μειοδοσία. Με αποτέλεσμα να αφεθούν στην τύχη τους και στο έλεος του καθενός διαχειριστή τους, με οδυνηρές όμως συνέπειες σαν κι αυτή που ανέδειξε η περίπτωση του Τεμένους του Μενδρεσέ: το οξύμωρο σχήμα να επιτρέπεται σε έναν μητροπολίτη, εκμεταλλευόμενος αυτός ένα ιδιόρρυθμο ιδιοκτησιακό καθεστώς, να διαχειρίζεται ένα αλλόθρησκο μνημείο δίχως να δίνει λογαριασμό σε κανένα και μάλιστα βιάζοντας και αλλοιώνοντας τον θρησκευτικό χαρακτήρα του μνημείου με τους τρόπους που αναφέρθηκαν.

Τα αλλόθρησκα μνημεία ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν μας. Και φέρουν την πατίνα ανθρώπων με διαφορετικά θρησκευτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Τα τζαμιά (όπως και οι συναγωγές) ήταν προϊόντα συνάντησης και συνύπαρξης πολιτισμών κι ως τέτοια πρέπει να ιδωθούν, ανεξάρτητα από τον ιδιαίτερο θρησκευτικό τους χαρακτήρα. Αλλά ως τέτοια πρέπει και να τα σεβαστούμε. Οχι μόνο ως μνημεία των Αλλων, αλλά όλων μας.

Και μόνη η παρουσία τους σήμερα στον αστικό ιστό, αρκεί για να εξιστορήσει το παρελθόν όχι μόνο βίαιων συγκρούσεων, αλλά κυρίως αλληλεπίδρασης ανθρώπων και πολιτισμών. Μια εξαιρετική ευκαιρία να περιηγηθούμε στις διαδρομές του χρόνου και της Ιστορίας της πόλης και των μικροϊστοριών των ανθρώπων, πέρα από εθνικιστικούς αποκλεισμούς και φυλετικές ή θρησκευτικές περιχαρακώσεις.

Σε αυτό τον προβληματισμό που εκφράστηκε με πρόσφατο άρθρο μου σε τοπική εφημερίδα της Βέροιας, ο μητροπολίτης της περιοχής απάντησε με έναν οργίλο και εθνικιστικό ρητορικό λόγο, δείχνοντας πόσο ισχυρές εξακολουθούν να είναι οι δομές του φοβικού λόγου και κουλτούρας που αλλοίωσαν το αναγκαίο αίτημα για συνύπαρξη με αλληλοκατανόηση, αλληλοσεβασμό και αλληλεπίδραση.

* Ο κ. Γιώργος Λιόλιος είναι δικηγόρος και συγγραφέας.

Πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_100002_24/07/2010_409051


AΠOΨH : Συνύπαρξη και σεβασμός

Του Γιάννη Καρατσιώλη*

Η απάντηση του μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμονα προς τον δικηγόρο κ. Γ. Λιόλιο για το θέμα του μενδρεσέ (...), ότι «επιδιώκει να βραβευθεί» από τη μουσουλμανική κοινότητα όπως βραβεύτηκε από την ισραηλιτική, δεν βοηθάει τον σεβασμό προς τη θρησκεία των άλλων συμπολιτών μας (Εβραίων, μουσουλμάνων κ.λπ.) για να σεβαστούν και αυτοί τη δική μας και τον ίδιο ως τοπικό προκαθήμενό της.

Εξάλλου από την ισραηλιτική κοινότητα βραβεύτηκε και ο τότε δήμαρχος Βέροιας για τη συμβολή του στην αναστήλωση και αποκατάσταση της εβραϊκής συναγωγής. Μήπως και αυτός είναι αιρετικός; Τουλάχιστον εκεί δεν γίνονται «ποιητικές βραδιές», όπως στον μενδρεσέ που γράφει ο μητροπολίτης, αλλά διατηρεί την ιδιότητα ως χώρος θρησκευτικός. Ετσι έπρεπε να είναι και το ιεροδιδασκαλείο των μουσουλμάνων στη Βέροια και δεν συνάδουν οι παλικαρισμοί του ότι «η κατεδάφισή του ήταν απλή υπόθεση», αλλά δεν την έκαναν.

Μας αρέσει που η Αγία Σοφία στην Πόλη έγινε μουσείο; Ασφαλώς θα τη θέλαμε χριστιανικό ναό. Τότε γιατί εμείς αλλάζουμε τη χρήση του μενδρεσέ;

Επανερχόμενοι στην απάντηση του αγίου Βεροίας, γράφει μεταξύ άλλων ότι «η ορθοδοξία είναι η ελληνική έκβαση του χριστιανισμού» (!). Δηλαδή δεν είναι ορθόδοξοι οι Ρώσοι, Βούλγαροι κ.λπ., αλλά μόνο οι Ελληνες;

(Πηγή: εφ. «Μακεδονική» 9.7.2010)

*Ο Γιάννης Καρατσιώλης είναι γεωπόνος και αρθρογράφος.

Πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_100003_24/07/2010_409050


Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010

Τέμενος Μενδρεσέ (4)

Η συνέχεια ενός ιδιόρρυθμου διαλόγου που ξεκίνησε μετά τη δημοσίευση του άρθρου με τον τίτλο "Παρεκκλήσι ο Μενδρεσές"
_______________________________________________________

Όταν η αμετροέπεια υπερισχύει της ευπρέπειας

Του Γιάννη Καρατσιώλη

Δεν θα μας απασχολούσε η απάντηση του μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης (ξέχασε το Καμπανίας για το οποίο τόσο αγωνίστηκε να επεκτείνει τον τίτλο του) κ. Παντελεήμονα (κατά κόσμο Ιωάννη Καλπακίδη) προς τον δικηγόρο κ. Γ. Λιόλιο για το θέμα του μενδρεσσέ, εάν το ύφος της διακρίνονταν από σεμνότητα, όπως αρμόζει κυρίως σε ιερωμένους.
Η υπεροψία της μη αναφοράς ούτε του ονόματος του αρθρογράφου και η ειρωνεία του, ότι επιδιώκει να βραβευθεί από τη μουσουλμανική κοινότητα όπως βραβεύτηκε από την ισραηλιτική, δεν βοηθούν τον σεβασμό προς τη θρησκεία των άλλων συμπολιτών μας (εβραίων, μουσουλμάνων κλπ.) για να σεβασθούν και αυτοί την δική μας και τον ίδιο ως τοπικό προκαθήμενό της.
Εξάλλου από την ισραηλιτική κοινότητα βραβεύτηκε και ο τότε δήμαρχος Βέροιας για τη συμβολή του στην αναστήλωση και αποκατάσταση της εβραϊκής συναγωγής• μήπως και αυτός είναι αιρετικός; Τουλάχιστο εκεί δεν γίνονται «ποιητικές βραδιές» ή όπως στον μενδρεσέ που γράφει ο μητροπολίτης, αλλά διατηρεί την ιδιότητα ως χώρος θρησκευτικός. Έτσι έπρεπε να είναι και το ιεροδιδασκαλείο των μουσουλμάνων στη Βέροια και δεν συνάδουν οι παλληκαρισμοί του ότι «η κατεδάφισή του ήταν απλή υπόθεση» αλλά δεν την έκαναν.
Μας αρέσει που η αγία Σοφία στην Πόλη έγινε μουσείο; Ασφαλώς θα την θέλαμε χριστιανικό ναό. Τότε γιατί εμείς αλλάζουμε τη χρήση του μενδρεσσέ;
Γράφει ο δεσπότης για άλλη μια φορά για 2000 (τους ανέβασε από 1241) νεομάρτυρες της Νάουσας. Ουδέν αναληθέστερον αυτού. Οι βιομηχανοποιηθέντες «άγιοι» από τον ίδιο (ελπίζουμε να μη γίνει δεητό από το πατριαρχείο) ήσαν εθνομάρτυρες, όπως γράφουν όλοι οι ιστορικοί (Στουγιαννάκης, Φιλιππίδης, Πλαταρίδης, Βασδραβέλης, Βακαλόπουλος, Χιονίδης) και αγωνίστηκαν για την ελευθερία και όχι για την ορθοδοξία (όπως τον συμφέρει να ισχυρίζεται), αφού μεταξύ τους ήταν και Αρβανίτες (Ζώτος κλπ.) μουσουλμάνοι και αθίγγανοι (Γυφτολάκης κ.ά.). Πάντως στο δημοτικό συμβούλιο Νάουσας αποδοκιμάστηκε το γεγονός της αγιοποίησης και πάνω από 200 Ναουσαίοι ενυπόγραφα αντέδρασαν για την ενέργεια αυτή.
Μάλιστα παρήγγειλε και μουσικό έργο για το γεγονός αυτό, το οποίο στη Νάουσα ονομάστηκε ορατόριο (καμία σχέση με το δυτικότροπο εκκλησιαστικό μελόδραμα) και στη Βέροια το διόρθωσαν σε ραψωδία (ούτε έμοιαζε με τα ομηρικά έπη και την ουγγρική ραψωδία του Λιστ) με αποχρώσεις ζεϊμπέκικου και μια μετριότατη απλοϊκή ποίηση του κ. Δ. Μπρούχου (μέχρι για αποκεφαλισμένο που περπατούσε με το κεφάλι στο χέρι του απήγγειλε) και παρουσιάστηκε στα πρόσφατα «Παύλεια» σε λίγους θεατές και περισσότερους ιερωμένους στο Χώρο Τεχνών (Ελπίζουμε να πληρώθηκε ενοίκιο στο Δήμο όπως γίνεται με άλλους συλλόγους, αν και πολύ αμφιβάλλουμε, γιατί και η κ. Ουσουλτζόγλου είναι αιρετή και πρέπει να τα έχει καλά με την τοπική εκκλησία).
Επανερχόμενοι στην απάντηση του αγίου Βεροίας γράφει μεταξύ άλλων ότι «η ορθοδοξία είναι η ελληνική έκβαση του χριστιανισμού» (!). Δηλαδή δεν είναι ορθόδοξοι οι Ρώσοι, Βούλγαροι κλπ. αλλά μόνο οι Έλληνες; Και πιο κάτω συνεχίζει: «Οι Έλληνες πρόγονοί μας, διαβάντος του Παύλου, εστράφησαν αγεληδόν στον χριστιανισμό». Οι πρόγονοί μας ποτέ δεν ήσαν ζώα για να στραφούν δίκην αγέλης στον χριστιανισμό. Είναι ντροπή να τα γράφει αυτά ένας ιεράρχης. Εκτός εάν δεν καταλαβαίνει τι γράφει. Εν πάση περιπτώσει οφείλει άμεσα να ανακαλέσει.

Πηγή: εφ. Μακεδονική 9.7.2010

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Τέμενος Μενδρεσέ (3)


ΟΙ ΣΚΙΕΣ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
(μία απάντηση στον Μητροπολίτη)

                                                                                                                                                 7.7.2010

«Τα βαρέα τείχη και οι ογκώδεις κίονες του Θησείου, η στέγη η μεγαλοβριθής, δεν εξεπλάγησαν προς την φωνήν, προς το μέλος εκείνο. Την ενθυμούντο, την ανεγνώριζον. Και άλλοτε την είχον ακούσει. Και εις τους αιώνας της δουλείας και εις τους χρόνους της ακμής. Η μουσική εκείνη δεν ήτο τόσον βάρβαρος, όσον υποτίθεται ότι είναι τα ασιατικά φύλα. Είχε στενήν συγγένειαν με τας αρχαίας αρμονίας, τας φρυγιστί και λυδιστί».

Μέσα σε τρεις μόλις αράδες, ο άγιος Παπαδιαμάντης το 1896 (Άπαντα ΙΙΙ, 111 επ.) εξιστόρησε το ιστορικό παρόν και την πολυπολιτισμική διαδρομή της ιστορίας του τόπου μας. Πρόκειται, όπως εύστοχα χαρακτηρίστηκε «Ο ξεπεσμένος δερβίσης», για έναν λόγο θριάμβου της ετερότητας, την οποία όμως, όπως φάνηκε από την προχθεσινή απάντηση του στο άρθρο μου, αδυνατεί ο Μητροπολίτης μας να κατανοήσει ή δεν επιθυμεί να αποδεχτεί.

Περίμενα να διαβάσω έναν λόγο (τουλάχιστον) ανεκτικότητας στην ετερότητα (πέρα από θρησκευτικές κι εθνοτικές διακρίσεις) κι αντ’ αυτού διαβάσαμε ένα ακατάστατο λογύδριο ανθρώπου που τον κατέλαβε πανικός, επιδιδόμενος σε κεκαλυμμένες συκοφαντίες και ύβρεις και σε διαστροφή της πραγματικότητας. Ένα λογύδριο βουτηγμένο στο εθνικιστικό μίσος που παραπέμπει στον θρησκευτικό πρωτογονισμό του Μεσοπόλεμου και στο εθνικιστικό παραλήρημα που θυμίζει τα εθνικά κηρύγματα της 4ης Αυγούστου και της Χούντας της «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» και παραπέμπει στη μισαλλόδοξη ρητορική τύπου Λιακόπουλου, Καρατζαφέρη κλπ., διανθισμένο με φαντασιώσεις αλυτρωτισμού, με μεγαλοϊδεατισμούς και γραφικές τσιρίδες εθνικού ενθουσιασμού, όπως κάθε φορά που η Εθνική Ελλάδος περνάει την γραμμή του κέντρου προς την αντίπαλη άμυνα.

Σεβασμιότατε. Θα πρέπει να αντιληφθείτε ότι είστε δημόσιο πρόσωπο και ως τέτοιο θα υποβληθείτε στην κριτική των έργων σας που έχουν δημόσιο χαρακτήρα. Δεν χαίρετε ασυλίας λόγω της ιδιότητας σας, ούτε βρίσκεστε στο απυρόβλητο. Και το σημαντικότερο: δεν έχετε κανένα δικαίωμα να περιχαρακώνετε έναν κόσμο, να τον ταυτίζετε με το δικό σας εθνικοχριστιανικό στερεότυπο και να αποκλείετε έναν άλλο κόσμο που έχει δικαίωμα και λόγο να ενδιαφέρεται για την τύχη των μνημείων της πόλης του. Δεν έχετε δικαίωμα να στερείτε από έναν κόσμο ορθόδοξων χριστιανών, στους οποίους απευθύνεστε, να ατενίζει στο μέλλον και να οικοδομεί δεσμούς αλληλεγγύης και σχέσεις σεβασμού με διαφορετικούς πολιτισμούς, ανθρώπους και τρόπους ζωής. Είναι ο κόσμος που δεν πάσχει από αλυτρωτισμούς, όπως εσείς, που δεν μισεί και δεν φοβάται την Ιστορία του, όπως εσείς, ούτε την θάβει στα κατακάθια της μνήμης, όπως εσείς. Είναι ένας κόσμος που θεωρεί τον Άλλο εικόνα του Εαυτού του (πόσο πιο θεολογικό ακούγεται αυτό ε;), ένας κόσμος που δεν φοβάται να μιλήσει για τα ξίφη των Οσμανιδών σε βάρος των Χριστιανών αλλά και για τα ξίφη των Χριστιανών σε βάρος κάποιων άλλων. Ένας κόσμος που δεν θέλει να ανταποδώσει ξίφη στα ξίφη, ούτε να πάρει το αίμα του πίσω. Διότι είτε σας αρέσει είτε δεν σας αρέσει, αυτή η πόλη, όπως και τόσες άλλες του ελλαδικού χώρου, δεν είχε μόνον (τουλάχιστον στη νεότερη ιστορία της) την χριστιανική (ελληνική) της συνιστώσα, είχε και την μουσουλμανική της, είχε και την εβραϊκή της. Και περί αυτού γίνεται ο λόγος. Αλλάς εσείς τι μας είπατε με την απάντηση σας, αντικρίζοντας την Ιστορία με έναν παραμορφωτικό φακό, για να νομιμοποιήσετε τον αλλόκοτο τρόπο μεταχείρισης ενός αλλόθρησκου μνημείου;

- Παρουσιάζετε την θεσμική Εκκλησία ως φυσικό κληρονόμο και θεματοφύλακα του Ελληνισμού και του Ελληνορθόδοξου πολιτισμού.

Να τα βάλετε τότε όχι μαζί μου αλλά με τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο Βλάχο, ο οποίος άλλα φαίνεται να πιστεύει. Αντιγράφω τα λόγια του: «Για όσους γνωρίζουν τα πράγματα είναι γνωστό ότι ποτέ δεν υπήρξε ο λεγόμενος ελληνοχριστιανικός πολιτισμός (Ιερόθεος Βλάχος, Παρεμβάσεις στη σύγχρονη κοινωνία, 1994, σ. 18)».

Διότι γνωρίζετε άριστα ότι, το ιστορικό μόρφωμα του Ελληνορθόδοξου Έθνους είναι μια κατασκευή του εργαστηρίου των μέσων του 18ου αι. που θέλησε να συνδέσει μέσω της Ρωμαϊκής Εποχής και του Βυζαντίου τον ένδοξο κόσμο της Αρχαίας Ελλάδας με τον πολέμιό της Χριστιανισμό για να καλυφθεί το αφηγηματικό κενό που εμπόδιζε την συγκρότηση εθνικού κράτους και τη δημιουργία εθνικής συνείδησης με αδιάκοπη συνέχεια που θα ανέτρεχε δια μέσω όλων των ιστορικών περιόδων στην Αρχαία Ελλάδα των επιτευγμάτων της σκέψης και της τέχνης.

Κι ας σταματήσει επιτέλους αυτό το παραμύθι περί εμπροσθοφυλακής της θεσμικής Εκκλησίας στους αγώνες για την απελευθέρωση του Γένους: Ξέρετε άριστα τον βρώμικο ρόλο των Πατριαρχών και των Επισκόπων επί Οθωμανικής περιόδου και τον σφιχτό εναγκαλισμό τους με την Πύλη. Ως ενοικιαστές φόρου, εντολοδόχοι των διαταγών της οθωμανικής διοίκησης κι εκμεταλλευτές τεράστιων ακίνητων περιουσιών, είχαν κάθε συμφέρον στη διατήρηση της οθωμανικής κατοχής.

Γι’ αυτό άλλωστε έριξαν ανάθεμα στην Επανάσταση κι αφόρισαν τους ηγέτες της, αυτούς τους ίδιους που εκ των υστέρων κι επί τόσες δεκαετίες μας παρακινείτε να τιμούμε ως δήθεν υποκινημένους κι ευλογημένους από την Εκκλησία. Είναι ο ίδιος θεσμός που και στη συνέχεια απέδειξε το ταλέντο της στους αφορισμούς, κρίνοντας και στιγματίζοντας οποιονδήποτε δεν συνάδει με τις θέσεις της επίσημης Εκκλησίας, αφορίζοντας προσωπικότητες σαν τον Βενιζέλο, τον Ροϊδη, τον Λασκαράτο, τον Καζαντζάκη.

Είναι αυτή η θεσμική Εκκλησία που όταν διέγνωσε ότι ο δρόμος δεν είχε πισωγύρισμα συμπορεύτηκε τελικά με τους Επαναστάτες και διεκδίκησε κομβικό ρόλο στην συγκρότηση του νέου Ελληνικού Κράτους. Υπό αυτή την έννοια η ελληνορθόδοξη εκκλησία έχει ακόμα πιο πλούσιο ισλαμικό παρελθόν. Ένα παρελθόν συμπόρευσης και σφιχταγκαλιασμάτων με την Πύλη, τους αξιωματούχους της και τους κοτζαμπάσηδες.

Είναι η ίδια θεσμική Εκκλησία που αργότερα σφιχταγκαλιάστηκε με το ελληνικό Παλάτι και τις κατά καιρούς εξουσίες (Μεταξάς, μεταπολεμικές κυβερνήσεις, Δικτατορία), για να εξακολουθεί να απολαμβάνει την εξουσία της διαχείρισης του φόβου των ανθρώπων για το θάνατο με τα οικονομικά οφέλη που παράγει η εκμετάλλευση αυτού του φόβου για τις Μητροπόλεις και τους Μητροπολίτες.

Αυτή την τεράστια αξία της ακίνητης περιουσίας και τον οβολό των χριστιανών διαχειρίζεσθε και σεις Σεβασμιότατε σήμερα. H ίδια εκκλησιαστική περιουσία, με έσοδα της οποίας αγοράστηκε το τέμενος κάποτε. Η ίδια εκκλησιαστική περιουσία, που σας επιτρέπει να ζείτε σε αυτοκρατορική χλιδή με πλούσια άμφια κι άλλα αρχιερατικά αξεσουάρ. Η ίδια περιουσία καθώς και οι φόροι του ελληνικού λαού (στον οποίο ανήκουν και Έλληνες Μουσουλμάνοι, Έλληνες Εβραίοι ή άλλων δογμάτων ή άθεοι που συμμετέχουν αδιάκριτα στα φορολογικά βάρη) που σας «δίνουν» την ευκαιρία να αγοράζετε ένα από τα τελευταία πανάκριβα μοντέλα της ΒΜW και να διατηρείτε έτσι δύο πολυτελή αυτοκίνητα.

Και για να επανέλθουμε: δεν είμαστε στην εθνικόφρονα δεκαετία του ’50 για να μας βομβαρδίζετε με εθνικιστικές φαιδρότητες. Η δημόσια Ιστορία σήμερα είναι διατεθειμένη να σπάσει ταμπού δεκαετιών και το πράττει ξαναδιαβάζοντας την Ιστορία χωρίς τις αγκυλώσεις και τα φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος. Κι όσο γι’ αυτά που κομπορρημονείτε, πρόκειται για απολιθωματικές εκφράσεις ενός ξεπερασμένου ιστοριογραφικού μοντέλου που υπηρέτησε κάποτε συγκεκριμένες σκοπιμότητες κι απέθανε.

- Διερωτηθήκατε για ποιον λόγο δεν απευθύνθηκα στους Έλληνες φορολογούμενους. Προφανώς διότι διαβάσατε το άρθρο μου υπό καθεστώς πανικού και διέφυγε της προσοχής ότι πρώτο αυτό έθεσα. Ξαναδιαβάστε το άρθρο.

- Μου καταλογίσατε ότι όσα γράφω είναι ένας έντεχνος τρόπος και δηλωτικός πόθου μου για συμμετοχή μου στις επικείμενες δημοτικές εκλογές.

Σας δηλώνω απερίφραστα ότι ουδέποτε είχα ή έχω οποιαδήποτε πρόθεση να συμμετέχω με οποιονδήποτε τρόπο ή ρόλο σε δημοτικές εκλογές, ούτε επίσης διατηρώ οποιαδήποτε κομματική ιδιότητα. Και κρατείστε το αυτό για να το θυμάστε. Ο καιρός γαρ εγγύς.

- Αρνείστε ότι οι εκκλησίες, τα τζαμιά και οι συναγωγές είναι προϊόντα της συνάντησης και της συνύπαρξης πολιτισμών κι ανθρώπων με διαφορετική πολιτισμική πλατφόρμα.

Η άποψη σας όμως είναι ανιστόρητη και βαθιά εσφαλμένη. Σας παραπέμπω αντί άλλων στις επισημάνσεις της τουρκολόγου Χρύσας Μελκίδη («Τα Μουσουλμανικά Μνημεία της Ξάνθης», έκδοση ΤΕΕ) ότι ο οθωμανικός πολιτισμός είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης των παλαιότερων παραδόσεων των σελτζούκων τούρκων, με τα σημαντικότερα επιτεύγματα του βυζαντινού πολιτισμού σε όλα τα επίπεδα. Σύνθεση φυλετική, πολιτική, θρησκευτική, με την δημιουργία του ισλαμοχριστιανικού ρεύματος του μπεκτασσισμού μέχρι και στην ιθύνουσα οθωμανική τάξη, στις επιστήμες (π.χ. στο δίκαιο) και φυσικά στον πολιτισμό. Ενδεικτικά αναφέρεται το παράδειγμα της μουσικής, όπου η ισλαμική μουσική του μυστικιστικού τάγματος των μεβλεβήδων επηρέασε την λόγια, την επώνυμη δηλ. μεταβυζαντινή μουσική, τις επιδράσεις της οποίας ακούμε σήμερα στο ρεμπέτικο. Επίσης αναφέρεται η αρχιτεκτονική, που είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική: Π.χ. το παλιό τουρκικό σελτζουκικό τζαμί δεν έχει τρούλο, τον οποίο απέκτησε μετά την κατάκτηση του Βυζαντίου. Λίγοι γνωρίζουν ότι ο τρούλος των οθωμανικών τζαμιών, όπως και στην περίπτωση του Τεμένους του Μενδρεσέ, δεν είναι τουρκική επινόηση, αλλά αποτελεί την βυζαντινή συμμετοχή, όπως και συχνά η δομική τεχνολογία, οι αναλογίες και οι γενικότερες αρετές, στην δημιουργία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής (βλ. σχετικά και την έκδοση του ΥΠ.ΠΟ «Μνημεία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα»). Δυστυχώς, στην συνείδησή μας δεν έχουμε εντάξει στην ιστορία μας την οθωμανική περίοδό της, όπως κάναμε π.χ. με την ρωμαϊκή. Ταυτίζουμε κάθε τι ισλαμικό ή οθωμανικό με το «κακό τουρκικό», εκχωρώντας τα όλα στους Τούρκους.

Αντιλαμβάνεσθε όμως Σεβασμιότατε τον κίνδυνο που διατρέχουμε με τις απόψεις σας, που «βαφτίζουν» καθετί ισλαμικό ή οθωμανικό σε τούρκικο; Ότι αυτό που λέτε εσείς το λέει και η τούρκικη προπαγάνδα στους μη τουρκογενείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Θράκης (Πομάκους και Ρομά).

Ε, λοιπόν, τα οθωμανικά μνημεία της Βέροιας εγώ δεν τα χαρίζω σε κανέναν και σε καμιά προπαγάνδα. Μας ανήκουν ως προϊόντα της συνύπαρξης μας. Κι αν διατηρείτε κι άλλες επιφυλάξεις ευχαρίστως σας συστήνω το έργο του καθηγητή Μουτσόπουλου «Λαϊκή Αρχιτεκτονική της Βέροιας» για να πληροφορηθείτε ποιοι έχτισαν τα τζαμιά, τη συναγωγή, τα σπίτια, τις βρύσες και τις γέφυρες της Βέροιας. Φραγκοτσλήδες και Ντεμπρελήδες μάστορες τα έχτισαν, οι θρυλικές συντεχνίες (τα ισνάφια) που αποτελούνταν από Έλληνες, Σλάβους κι Αλβανόφωνους Γκέγκηδες μάστορες που διέτρεχαν στην οθωμανική περίοδο την Βαλκανική ενδοχώρα, παραδίδοντας μας έργα τέχνης.

- Σε ποια σημεία του άρθρου μου Σεβασμιότατε εκπλαγήκατε από τους θρήνους μου για τους Μουσουλμάνους κατοίκους της που εξαναγκάστηκαν σε ανταλλαγή;

Περιέγραψα δίχως συναισθηματισμούς την ιστορία του Τεμένους και αυτή την αφήγηση την βαφτίσατε θρήνο; Έστω κι έτσι, δεν έχω ειλικρινά καμία αναστολή να θρηνήσω για τους Μουσουλμάνους συμπολίτες μου. Και (ναι) αυτοί που εκδιώχτηκαν μετά το 1922 ήταν συμπολίτες μας. Ξεχνάτε άλλωστε ότι αυτή η πόλη για τέσσερα χρόνια μετά την Απελευθέρωση της αλλά και την περίοδο 1920-1922 είχε Μουσουλμάνο Δήμαρχο. Σε αντίθεση λοιπόν με σας που θρηνείτε επιλεκτικά και μόνο για όσους θεωρείτε ότι κουβαλούν ελληνικό αίμα, εγώ θρηνώ για όλα τα θύματα των εθνοκαθάρσεων και των γενοκτονιών δίχως διάκριση θρησκείας ή εθνοτικής προέλευσης. Για όλα τα θύματα των φονικών εθνικισμών που χρησιμοποιούν ως πρόσχημα την ελευθερία και σωρεύουν στο όνομα της μόνο σφαγές, μακελειά, θανάτους και μίση. Στο όνομα αυτής της ελευθερίας οι εθνικισμοί του 19ου αι. έκαναν μνημεία της τους ομαδικούς τάφους σφαγμένων, τις γενοκτονίες, τα εγκλήματα και τους φονιάδες, τις παρελάσεις μίσους. Ε, λοιπόν αυτή την ελευθερία που σεις ευαγγελίζεσθε σας την επιστρέφω ως αισχρή κι απαράδεκτη.

Μήπως δεν είναι το ίδιο πρόσχημα που η θεσμική Εκκλησία χρησιμοποίησε ανά τους αιώνες, για να καταδιώξει και σφάξει τους Εθνικούς (ειδωλολάτρες-πολυθεϊστές), που συνέτριψε τα επιτεύγματα του αρχαίου κόσμου για να κτίσει επάνω τους ναούς, που έστειλε φιλοσόφους και ανοικτά μυαλά στην πυρά;

Κι επειδή την διαφορετική από τη δική σας άποψη τόλμησα να εκφράσω με το άρθρο μου, σεις, αντί άλλου ισχυρισμού, πράξατε αυτό που με απαράμιλλη ικανότητα πράττει από αιώνων η θεσμική Εκκλησία: με θρασύτητα με χαρακτηρίσατε ανθέλληνα και με κατατάξατε στους πολέμιους του Έθνους και της Εκκλησίας.

Σας το λέω απερίφραστα ότι αυτή η Εκκλησία που σεις εκφράζετε δεν με αφορά. Με αφορά και με συγκινεί η Εκκλησία για την οποία μιλούν ο Κάλλιστος Wear, ο Πλακίδας Deseille, ο Ιουστίνος Πόποβιτς, ο Βασίλειος Γοντικάκης, ο μακαριστός Σιατίστης Αντώνιος, ο οποίος μάλιστα ήταν και πρότυπο ακτημοσύνης. Ένας Μητροπολίτης που δεν είχε αυτοκίνητο. Που ταξίδευε στην Αθήνα για να συμμετάσχει στις Συνόδους με λεωφορείο, που επισκεπτόταν τα χωριά της περιφέρειας του με τα πόδια ή πάνω στις καρότσες αγροτικών. Και με αφορά και με συγκινεί μια άλλη Ελλάδα, αυτή του Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη, του Λορεντζάτου, του Γιαννούλη Χαλεπά.

Εγώ ο «ανθέλληνας» υπηρέτησα τη στρατιωτική μου θητεία στη Σαμοθράκη. Εσείς ο «πατριώτης» που υπηρετήσατε αλήθεια;

- Και δεν φτάνει ότι με κατηγορείτε για εθνική μειοδοσία, αλλά επί της ουσίας του άρθρου μου ψεύδεστε κιόλας:

Ισχυρίζεστε ότι ουδέποτε πέρασε από το νου οποιουδήποτε προκατόχου σας η ιδέα της μετατροπής του Τεμένους σε ναό ή κάτι παρόμοιο.

Σας παραπέμπω σε άρθρο του φιλικά προς εσάς προσκείμενου και βραβευμένου από εσάς συγγραφέα, του Θωμά Γαβριηλίδη, ο οποίος, σε άρθρο του στα «Χρονικά ΕΜΙΠΗ» (αρ. φ. 5, σ. 10), είχε αποκαλύψει ότι η αγορά του Τεμένους το 1936 είχε γίνει από τον τότε Μητροπολίτη Βέροιας Πολύκαρπο, με σκοπό τη μετατροπή του σε Ναό, κάτι όμως που τελικά δεν συνέβη εξ αιτίας απαγορευτικών διατάξεων από την Αθήνα και προκειμένου να μην δημιουργηθεί διπλωματικό πρόβλημα!

- Ισχυρίζεστε ότι, σε αντίθεση με τους γείτονές μας Τούρκους, εμείς οι πεπολιτισμένοι (Λαός κι Εκκλησία) σεβαστήκαμε τα οθωμανικά μνημεία και ιδιαίτερα τους αλλόθρησκους λατρευτικούς χώρους και δεν τους μετατρέψαμε, όπως αντιθέτως έπραξαν οι απολίτιστοι Τούρκοι, σε λουτρά, γυμναστήρια, κινηματογράφους, κέντρα διασκέδασης, ακόμη και σε στάβλους. «Με τον κατάλογο», όπως χαρακτηριστικά λέτε, «να μην έχει τέλος».

Όντως Σεβασμιότατε, αυτός ο κατάλογος της ντροπής και του αίσχους δεν έχει τέλος. Έχει όμως συνέχεια ελληνικότατη. Και δείτε την: Το Τέμενος του Μενδρεσέ χρησιμοποιούνταν από τους Προσκόπους αλλά κάποτε και ως στάβλος. Το έτερο Τζαμί της πόλης (Ορτά Τζαμί) χρησιμοποιήθηκε ως κατάστημα πώλησης μουσικών οργάνων, ως μαρμαράδικο και ως πριονοκορδέλα.

Πάμε και σε άλλες πόλεις; Στο Ηράκλειο της Κρήτης το Δεφτερδάρ Τζαμί χρησιμοποιήθηκε επί χρόνια ως κινηματογράφος με την επωνυμία «Αγλαϊα» και στη συνέχεια με την επωνυμία «Μινώα», όπως και το έτερο του Μαχμούτ Αγά με την ονομασία «Παλλάς». Με την ίδια χρήση και το τζαμί των Χανίων, όπου σήμερα στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο. Με την ίδια επίσης χρήση και μάλιστα ως κινηματογράφος πορνό χρησιμοποιούνταν επί δεκαετίες το Χαμζά Μπέη Τζαμί στη Θεσσαλονίκη (το γνωστότατο σε όλους σινεμά «Αλκαζάρ»). Ως πορνοσίνεμα χρησιμοποιούνταν μέχρι τη δεκαετία του ’80 και το τζαμί στην Πλατεία Συντάγματος του Ναυπλίου. Ως μαντρί άλλοτε κι ως κινηματογράφος το τζαμί της Νερατζές στο Ρέθυμνο, ως μαγαζί και κινηματογράφος το Γενί Τζαμί της Μυτιλήνης, ως εκκοκιστήριο βάμβακος το Μαυσωλείο των Γιαννιτσών, ως ξυλουργείο μέχρι σήμερα το τζαμί Κοτζά Μουσταφά στις Σέρρες. Και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Για να μην μιλήσουμε και για την τύχη των Συναγωγών, με ενδεικτική περίπτωση αυτή των Χανίων που επί δεκαετίες χρησιμοποιούνταν ως στάβλος. Για να μην μιλήσουμε για την διαρπαγή των ταφικών μνημείων του εβραϊκού νεκροταφείου της Σαλονίκης και τη χρησιμοποίηση πολλών πλακών ως δομικό υλικό για την ανέγερση του Ναού του Αγ. Δημητρίου (όπου επί 16ετία ήσασταν εσείς Σεβασμιότατε Προϊστάμενος).

Αντί λοιπόν να σχολιάζετε «το αγκάθι στο μάτι του άλλου», δείτε πρώτα «το δοκάρι στο δικό σας μάτι».

- Και κλείνω με το καλύτερο! Δεν αντισταθήκατε στον πειρασμό Σεβασμιότατε να με ειρωνευτείτε κλείνοντας το κείμενο σας επί λέξει: «Βεβαίως κατανοώ ότι μετά τη βράβευση σας από την Ισραηλιτική Κοινότητα θα θέλατε ασφαλώς και μία αντίστοιχη Ισλαμικής προέλευσης».

Και τούτη μόνον η αποστροφή του κειμένου σας φθάνει για να αντιληφθεί κανείς την κακεντρέχεια του συντάκτη. Η αναφορά σας αυτή και μόνον, ξεπερνά τα όρια της συνωμοσιολογίας κι αγγίζει τις παρυφές του αντισημιτισμού.

Αν και δεν βλέπω το λόγο γιατί θα ήταν επιλήψιμο (ή ύποπτο) να έχω βραβευθεί από την Ισραηλιτική Κοινότητα, σας πληροφορώ ωστόσο ότι ουδέποτε βραβεύτηκα είτε εγώ ως πρόσωπο είτε το συγγραφικό μου έργο από οποιαδήποτε κοινότητα ή οργάνωση του εσωτερικού ή του εξωτερικού. Ακόμα και τα βιβλία μου δεν εκδόθηκαν ποτέ (παρ΄ ότι θα μου ήταν δυνατό) από το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο αλλά εκδόθηκαν από εκδοτικό οίκο των Αθηνών. Και μάλιστα, πέρα από τις επαινετικές βιβλιοκρισίες που γράφτηκαν, η μόνη έκφραση συγχαρητηρίων που δέχτηκα μέχρι σήμερα εγγράφως δεν προερχόταν από εβραϊκούς κύκλους αλλά (ακούστε το αυτό) από τον Μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλο.

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι σεις είστε αυτός που έχετε στήσει «βιομηχανία» βραβεύσεων μέχρι και αγιοποιήσεων. Συνεπώς, μην ανησυχείτε ότι μετά την δημοσίευση του άρθρου μου θα πάω να εισπράξω επιταγές ανταμοιβής από το τουρκικό προξενείο ή από την Μοσάντ.

Δεν υπολογίσατε ποτέ ότι τα κίνητρα ενός ανθρώπου δεν είναι πάντα οικονομικά ή «εκ του πονηρού», όπως ίσως υποκρύπτονται στις δικές σας ενέργειες. Υπάρχουν και άνθρωποι που απλώς αγαπάνε την πόλη τους και ενδιαφέρονται για το καλό της. Αυτό όμως μάλλον σας είναι ξένο.

Γιώργος Λιόλιος

Δημοσιεύεται στην εφημερίδα της Βέροιας "Μακεδονική" στο φύλλο της 10.07.2010



Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Τέμενος Μενδρεσέ (2)

Παρατίθεται αυτούσιο το κείμενο της απάντησης του Μητροπολίτη Βέροιας & Νάουσας Παντελεήμονος Καλπακίδη στο άρθρο του Γιώργου Λιόλιου με τίτλο Παρεκκλήσι "Ο Μενδρεσές" που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Βέροιας "Μακεδονική" στις 2.7.2010
             __________________________________________________________________

Απάντηση του Μητροπολίτη για το «Μεντρεσέ»

Τρίτη, 06 Ιουλίου 2010

«Κύριε Διευθυντά,

Με θλίψη ανέγνωσα το ολοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας σας (φυλ. 3465/2-7-2010), με υπέρτιτλο Παρεκκλήσι «Ο Μενδρεσές». Σκέφθηκα να παραβλέψω και να σιωπήσω, γνωρίζοντας ότι οι σημασίες δεν είναι μεταβιβάσιμες, ώστε η βαθιά ψυχική απόσταση πού χωρίζει τις υπάρξεις με διαφορετική ψυχοσύνθεση δεν μειώνεται με τίποτε. Γράφω, ωστόσο, προκειμένου να αντικρούσω τις σημαντικότερες ανακρίβειες που εκθέτετε, και κυρίως γράφω χάριν των Ελληνορθόδοξων αναγνωστών σας. Έχω την πεποίθηση ότι οι “Ελληνορθόδοξοι αναγνώστες που τυχόν έχετε, θα ήθελαν να διαβάσουν αυτή την απάντηση.
Αναφέρω εν πρώτοις ότι οι δεσμεύσεις του Ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι Χριστιανικές. Αναφέρω, επίσης, ότι η Μητρόπολις Βέροιας είναι κυρία του Μενδρεσσέ κατά τον πλέον νόμιμο και διεθνώς παραδεκτό τρόπο. Διερωτώμαι, ωστόσο, δυνάμει τίνος δικαίου και δικαιώματος οι προ της Μητροπόλεως κτήτορες απέκτησαν τον χώρο και οικοδόμησαν. Διότι το ξίφος των Οσμανιδών δεν δημιουργεί δίκαιο” και για να μην διακινδυνεύεται άλλη αυταπάτη, το διεθνές δίκαιο αρνείται τον κανόνα της παραγραφής.
Μπορείτε, λοιπόν, να απευθυνθείτε και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Εθνική Πολιτεία, των όποιων χρήματα έχουν τοποθετηθεί στην ανακαίνιση του κτηρίου, εκθέτοντας το ερώτημα αν επιτρέπεται στον μόνο νόμιμο κύριο να προβαίνει σε πολιτιστικές εκδηλώσεις με θέμα τον Απόστολο Παύλο, εισάγοντας εντός του κτηρίου και μη λατρευτική εξεικόνιση του Άγιου.
Μπορείτε, ακόμη, να θέσετε το ερώτημα στους Βέλγους, Γάλλους, Γερμανούς φορολογουμένους και να λάβετε απάντηση. Η Μητρόπολις Βέροιας θα την σεβασθεί. Κατανοείστε, όμως, ότι στα ίδια χρήματα συνεισφέρουν και οι Έλληνες φορολογούμενοι, εν τέλει και οι Βεροιείς. Μπορούσατε δηλαδή να είχατε ρωτήσει και αυτούς, δείγματος χάριν και μπορείτε να τους ρωτήσετε ακόμη.
Με τις υπόλοιπες νομικές ακροβασίες περί απαλλοτριώσεως και άλλων δαιμονίων, η περί τολμηρών πολιτικών παραγόντων είναι ασήμαντο να ασχοληθώ. Οι εκλογές είναι εγγύς, ώστε καθώς λέγει ό Αριστοτέλης, «το συμβαίνον επί των ονομάτων και επί των πραγμάτων ηγούμεθα συμβαίνειν». Μπορείτε, άραγε, να πολιτευθείτε και να εκπληρώσετε τον πόθο σας, αντί να επιβάλλετε την εκπλήρωση σε άλλους, μη επιθυμούντες όσα εσείς.
Η “Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, και ο Λαός της, δεν έχει Ισλαμικό παρελθόν. Ή θέση σας, «Τα τζαμιά και οι συναγωγές δεν χτίστηκαν από μουσουλμάνους ή εβραίους μόνον. Ήταν προϊόντα συνάντησης και συνύπαρξης πολιτισμών κι ως τέτοια πρέπει να ειδωθούν, ανεξάρτημα από τον ιδιαίτερο θρησκευτικό τους χαρακτήρα. Αλλά ως τέτοια πρέπει και να τα σεβαστούμε. Όχι ως μνημεία των Άλλων αλλά όλων μας (και στους όλους ανήκουν και οι Άλλοι)», είναι ολοτελώς ανακριβής. Λοιπόν, τα τζαμιά τα έκτισαν οι Οθωμανοί, οι ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ του τόπου μας, οι ΒΙΑΙΟΙ και οι ΒΑΡΒΑΡΟΙ. Και τα έκτισαν με την δήωση των ιερών Ναών και μνημείων μας, την αρπαγή των πόρων μας, με το ΑΙΜΑ μας. Τέτοια έργα δεν είναι προϊόντα συνάντησης και συνύπαρξης πολιτισμών, όπως παραδοξολογείτε (χρησιμοποιώ την απαλότερη λέξη). Τέτοιες πράξεις και τέτοια έργα είναι άντικρυς αντίθετα στον πολιτισμό και στην συνύπαρξη, αντίθετα ακόμη και στον πρωτόλειο ανθρωπισμό. Μαρτυρία μέγιστη και εγγύτατη, οι 2000 και πλέον Νεομάρτυρες της Νάουσας. Διακαίωμά σας να θεωρείτε πολιτισμική συνύπαρξη και συνάντηση λαών τον τρόμο και την λεπίδα του τουρκικού ισλαμισμού, ακόμα και να αγάλλεσθε διότι κάποτε συνέβη. Εμείς οι Ελληνορθόδοξοι δεν το αποδεχόμεθα. Επαναλαμβάνω έως ανιαρότητος ότι εμείς Ισλαμικό πολιτισμικό παρελθόν δεν έχομε” ζοφερή και αποτρόπαιη μνήμη κατακτήσεως και σκλαβιάς έχομε. Γι’ αυτό οι εκκλησιές μας ήταν υπόγειες.
Εις αντίθεσιν των δεινών μας, η Μητρόπολις Βέροιας δεν κατεδάφισε τον Μενδρεσσέ, ούτε απέσπασε τον μιναρέ. Σεβάστηκε κι αυτό πού την προσέβαλε αφόρητα. Ο Μεντρεσές καλλωπισμένος και ανακαινισμένος είναι στην θέση του. Βεβαιωθείτε ότι η κατεδάφιση ήταν απλή υπόθεση. Ιδίως το 1922, το 1936, την δεκαετία ‘40, το 1955, το 1974. Τέτοια σκέψη δεν έλόγισε καν τον νου προκατόχου μου. Πέντε σχεδόν αιώνες αγνόησαν βιαίως την Ελληνορθόδοξη παρουσία στην Βέροια, στην Μακεδονία, στην Ελλάδα, στην Ρωμανία, δηλαδή στον γεννέθλιο τόπο της. Κι εμείς οι “Ελληνορθόδοξοι αγνοήσαμε υπομονητικώς πέντε αιώνες βιαιοτήτων και ανταπεξήλθαμε εν ονόματι του Ιησού της Μαρίας και του Έλληνος Λόγου. Διότι Ορθοδοξία είναι ή Ελληνική έκβαση του Χριστιανισμού.
«Παρεκκλήσι» τον Μενδρεσσέ δεν πρόκειται να κάνω, έστω κι αν το ιδιοκτησιακό καθεστώς θα επέτρεπε, έστω κι αν δεν πρόκειται για μνημείο, κατά την νομική και δεσμεύουσα έννοια του όρου. Κυριώτατα, διότι έτσι θα βεβηλώναμε την Εκκλησία, θα διακόπταμε την μνήμη της επώδυνης προσβολής πέντε αιώνων και θα παρείχαμε άφεση στην θηριωδία χωρίς μετάνοια, καθιστάμενοι κληρονόμοι των δημίων μας. Κατ’ ευκαιρίαν υπενθυμίζω σ’ εσάς και στον αρθρογράφο σας ότι είμεθα φυσικοί κληρονόμοι και θεματοφύλακες του Οικουμενικού Ελληνισμού. Και γνωρίζομε τούτο ενσυνειδήτως από τις απαρχές μας, εμείς οι Ελληνορθόδοξοι. Γι’ αυτό ο Άγιος Ιουστίνος καταλέγει, «οι μετά Λόγου βιώσαντες Χριστιανοί εισί, καν άθεοι ενομίσθησαν, οίον εν Έλλησιν... Σωκράτης και Ηράκλειτος και οι όμοιοι αυτοίς» [Απολγητικός προς Αντωνίνον Πίον]. Οι Έλληνες πρόγονοι μας, διαβάντος του Παύλου, εστράφησαν άγεληδόν στον Χριστιανισμό. Επειδή ο Ιησούς της Μαρίας ήταν ο κομιστής, στον κόσμο, της ευδοκίας που προσδοκούσαν με την τραγωδία και την φιλοσοφία, την τέχνη και την επιστήμη. Ελευθέρως εισήλθαν στην Ζωή της ευδοκίας οι Έλληνες πιστεύοντας, δηλαδή μεταποιώντας την στάση τους έναντι της υπάρξεως εν Χριστώ. Και στα ερείπια των ιερών τους έκτισαν εκκλησιές. Σε τέτοια ερείπια, εκείνοι οι Έλληνες και οι απόγονοι τους έκτισαν τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα, στην Βέροια. Ως γνήσιος απόγονος και αδιαφιλονείκητος κληρονόμος εκείνων, μαζί με τον ελληνορθόδοξο Λαό, ανοικοδομώ τον Ναό, τηρώντας τις υποδείξεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας όχι «ως μεγαλοτσιφλικάς γης» (sic), που εμπαθώς ανακριβολογείτε.
Προσθέτω, εν τέλει, τούτο: Θρηνολογείτε, διότι «οι συμπολίτες μας μουσουλμάνοι» έφυγαν αναγκαστικώς, εξ αίτιας της ανταλλαγής των πληθυσμών. Δικαίωμα σας απόλυτο η θρηνωδία αυτή. “Ωστόσο, οι κατακτητές δεν είναι συμπολίτες των κατακτημένων, ούτε η ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν έργο της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας ή της “Ελληνικής Πολιτείας. Ήταν η βίαιη και επιβλητική απόφαση των ηγετών και πραγματικών συμπολιτών τους, Κεμάλ Ατατούρκ και Ισμέτ Ινονού.
Το πάθος να πολεμείτε την Ρωμανία και τον πολιτισμό της, στο πρόσωπο μου, άλλοτε κατακλύζει το άρθρο σας και άλλοτε ρέει υποδορείως. Το πάθος αυτό, οσονδήποτε οδυνηρό, με τιμά. Να γνωρίζετε όμως τούτο: Η Ρωμανία κι αν επέρασε, ανθεί και φέρει κι άλλο.
Υποπτεύομαι ότι η διαφορά μας είναι η αλήθεια που οδηγεί από την σκοτεινή στην φωτεινή ζώνη του εαυτού μας, κάτι εκ διαμέτρου αντίθετο προς τον δήθεν πολλαπλό και ποικίλο και βολευμένως ηδύ άνθρωπο της «πολυπολιτισμικότητας», που άτεχνώς εισηγείσθε, την μόλις ένα βήμα απέχουσαν από την τυραννία, την άντικρυς αντίθετη προς την Οικουμενικότητα της Ελληνορθοδοξίας πού ενστερνίζομαι. Χαίρετε.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο Βεροίας και Ναούσης Παντελεήμων

Υστερόγραφον προς τον αρθρογράφο: Σας παραπέμπω στον παλαιό μητροπολιτικό Ναό Βέροιας και την βεβήλωση πού υπέστη από την «πολιτισμική συνύπαρξη», στους αμέρτητους ιερούς Ναούς και Μονές της Μικράς Ασίας, του Πόντου, της κατεχόμενης Κύπρου (για να μην πάμε πολύ πίσω) πού δέν έτυχαν ίχνους σεβασμού, από τους εκπροσώπους αυτών που υπερασπίζεθε, και πού μετατράπηκαν σε λουτρά, σε γυμναστήρια, σε κινηματογράφους, σε κέντρα διασκεδάσεως ακόμη και σε στάβλους και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Ο Μενδρεσσές δεν υπέστη βεβήλωση ούτε βέβαια μετετράπη σε παρεκκλήσιο, όπως για επικοινωνιακούς λόγους με περισσή εμπάθεια ατυχώς ισχυρίζεσθε, άλλα χρησιμοποιείται για καθαρά πολιτιστικού και επιστημονικού χαρακτήρος εκδηλώσεις όπως ημερίδες, συνέδρια, ποιητικές βραδιές κλπ απόδειξις το ενδιαφέρον πολιτιστικών φορέων που ζητούν τον χώρο για τη διοργάνωση των εκδηλώσεων τους (Φίλοι Βυζαντινού Μουσείου, Φίλοι Θεάτρου, Σχολεία κ.ά.). Βεβαίως καταννοώ ότι μετά τη βράβευσή σας από την Ισραηλιτική Κοινότητα θα θέλατε ασφαλώς και μία αντίστοιχη Ισλαμικής προελεύσεως.»

Σ.Σ.: Καθόλα σεβαστή η άποψη του σεβασμιότατου Μητροπολίτη μας, όμως εξίσου σεβαστές από τη «Μ» είναι όλες οι απόψεις φτάνουν στα γραφεία μας, εμπεριστατωμένες, ενυπόγραφες και χωρίς υβριστικό χαρακτήρα. Η εφημερίδα αποτελεί βήμα διαλόγου και προβληματισμού. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα που ο Σεβασμιότατος δίνει τη δική του απάντηση μέσω της εφημερίδας μας στο άρθρο του κ.Λιόλιου, για ένα ζήτημα που προβλημάτισε αρκετούς, απ’ότι φαίνεται, κατοίκους της Βέροιας.

Πηγή: εφημερίδα "Μακεδονική" 6.7.2010

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Τέμενος Μενδρεσέ (1)

Μια διαφορετική σε σχέση με τις συνήθεις ανάρτηση, αλλά σχετική με τον προβληματισμό του blog

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ «Ο ΜΕΝΔΡΕΣΕΣ»

Και τώρα που τελείωσαν τα Παύλεια, καιρός είναι –και μάλιστα με καθυστέρηση ενός χρόνου- να πούμε δυο σοβαρές κουβέντες.

Πέρυσι τέτοια εποχή η Μητρόπολη Βέροιας εγκαινίασε ανεπίσημα την μετατροπή του αναστηλωμένου μουσουλμανικού τεμένους του Ιεροδιδασκαλείου (Μενδρεσέ ή αλλιώς τέμενος του Μουσά Τσελεμπή) σε auditorium Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο! της Μητρόπολης της Βέροιας.

Πρόκειται για ένα μνημείο των μέσων του 19ου αιώνα , το οποίο ανοικοδομήθηκε σε προϋπάρχον ήδη από τον 14ο - 15ο αιώνα τέμενος και χρησιμοποιήθηκε ως ιερός χώρος των μουσουλμάνων κατοίκων της Βέροιας μέχρι την αναγκαστική ανταλλαγή τους μετά το 1922 (και είναι βεβαίως αισχρά ψευδές αυτό που πέρυσι τεχνηέντως διέρρευσε η Μητρόπολη Βέροιας, ότι το συγκεκριμένο μνημείο ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε ως χώρος λατρείας των μουσουλμάνων).
Το τέμενος του Μενδρεσέ είναι ένα από τα δύο εναπομείναντα πλέον στη Βέροια αντιπροσωπευτικά δείγματα οθωμανικής αρχιτεκτονικής τεμένων, στο οποίο εξακολουθεί να σώζεται ο μιναρές, ενώ στο εσωτερικό του διακρίνονται αραβουργήματα, επιγραφές με ρητά από Κοράνιο και παραστάσεις τοπίων.

Πέρυσι λοιπόν, το σπουδαίο αυτό οθωμανικό-ισλαμικό μνημείο άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του στο κοινό που είχε πάει για να παρακολουθήσει την παρουσίαση του βιβλίου του αγαπητού μας Παύλου Πυρινού.

Ανεξάρτητα από τις επιμέρους ενστάσεις που θα στοιχειώνουν από δω και πέρα οποιαδήποτε κριτική του σωστικού έργου και της αποκατάστασης που έγινε στον χώρο, έκπληκτος ο μέσος σκεπτόμενος επισκέπτης του μνημείου αντίκριζε, μπαίνοντας στον κύριο χώρο του τεμένους (δηλαδή στον χώρο που τελούνταν κάποτε η προσευχή των συμπολιτών μας μουσουλμάνων) μια γιγαντιαία εικόνα του Απ. Παύλου και μάλιστα όχι οπουδήποτε στον χώρο αλλά μπροστά στο μιχράμπ, δηλαδή μπροστά στην κόγχη προσευχής των μουσουλμάνων (όπως θα λέγαμε αλλιώς μπροστά στο ιερότερο των ιερών σ΄ ένα χριστιανικό ναό ή στο εχάλ ακόδες μιας Συναγωγής).

Την απαράδεκτη κι ανήθικη μετατροπή του τεμένους σε αυτό που «έντεχνα» (μήπως και σκόπιμα;) ονομάστηκε autidorium και την παρουσία της γιγαντο-εικόνας του Απ. Παύλου στον συγκεκριμένο χώρο, νομιμοποίησαν με την παρουσία τους και την (πως αλλιώς παρά δουλική μπορεί να ονομάσει κάποιος) σιωπή τους, τόσο η Δήμαρχος όσο κι άλλοι θεσμικοί παράγοντες της πόλης και κάποιοι εξ αυτών (με πρώτη την Δήμαρχο) και με τα επαινετικά τους λόγια για το σωστικό έργο του τεμένους που ανέλαβε ο Μητροπολίτης και τη νέα χρήση του χώρου (sic).

Ως επίσημη δικαιολογία που νομιμοποίησε την μετατροπή αυτή προβάλλεται επισήμως ότι πρόκειται για ιδιοκτησία της Μητρόπολης Βέροιας. Και πράγματι ιδιοκτησία της είναι. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών και την αναγκαστική φυγή των μουσουλμάνων συμπολιτών μας από την πόλη, το τέμενος αγοράστηκε από τον τότε Μητροπολίτη (με σκοπό να μετατραπεί σε ναό!) το 1936, όταν στο ελληνικό κράτος δεν υπήρχε οργανωμένη θεσμικά προστασία των μνημείων και μόνον ελάχιστοι γραφικοί της εποχής (όπως ο Ορλάνδος, ο Πικιώνης κ.ά) περιέτρεχαν στις απελευθερωμένες νέες χώρες της Μακεδονίας και της Θράκης, αποτύπωναν μνημεία και εκλιπαρούσαν κρατικούς παράγοντες για την διάσωση τους.
Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν δεν λήφθηκε επίσημα οποιαδήποτε κρατική ή δημοτική πρόνοια για την ανάδειξη του τεμένους ως μνημείου πλέον. Το εσωτερικό του κτιρίου χρησιμοποιήθηκε για χρόνια από την προσκοπική ομάδα της πόλης ως χώρος δοκιμών του μουσικού τμήματος του, μέχρις ότου το οξυμένο (οφείλουμε αυτό να το ομολογήσουμε!) μυαλό του τοπικού επισκόπου και των συνεργατών του εμπνευσθούν την «αξιοποίηση» του μνημείου σε «χώρο πολιτιστικών πρωτοβουλιών» (sic). Και επισήμως με αυτή τη χρήση- «φερετζέ» έκτοτε η Μητρόπολη έχει μετατρέψει το τέμενος σε χώρο εκκλησιαστικών εκδηλώσεων, όπου γίνονται οι συνάξεις των κληρικών, συνεδρίες, ημερίδες κι εκδηλώσεις (αμιγώς θεολογικού-χριστιανικού περιεχομένου) κι όπου ανεβοκατεβαίνουν μπροστά στο ιερό του τεμένους οι γιγαντοεικόνες διάφορων αγίων κι ανάλογα με την εκδήλωση (βλ. ενδεικτικά δύο από αυτές).

Αντιγράφω λοιπόν από την αφίσα των φετινών Παύλειων:

Κυριακή 30 Μαΐου

19:30 «Η πόλις εάλω»

Εκδήλωση μνήμης με την ευκαιρία της επετείου Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως με τη συμμετοχή της μικτής χορωδίας της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας και Ναούσης

(Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο - Βέροια)

Σιγά-σιγά φεύγει και ο «Μενδρεσές» από τη μέση και μένει μόνο το Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο!

Και σε συνδυασμό με το πείσμα της Μητρόπολης να κτίσει εκ νέου το ναό του Αγ. Ιωάννη στην οδό Βενιζέλου, εκεί δηλαδή όπου αποκαλύφθηκε μια μοναδικής σημασίας αρχαιολογική ενότητα τεσσάρων στρωμάτων ιστορίας, τι θα πρέπει ακόμα να περιμένουμε να δούμε με αυτή την επεκτατική πολιτική που εγκαινίασε ο Μητροπολίτης στον δημόσιο χώρο, συμπεριφερόμενος ως μεγαλοτσιφλικάς γης.
Δείτε διαφορά ήθους: Στην Αλβανία ο εκεί Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος χρηματοδοτεί με ιδιωτικές εισφορές την ανέγερση τζαμιών στα εδάφη των πληγέντων από τους βομβαρδισμούς Αλβανών Κοσοβάρων, όταν στην Ελλάδα χρηματοδοτείται με ευρωπαϊκά κονδύλια η μετατροπή ενός τεμένους σε «παρεκκλήσι» της τοπικής Μητρόπολης.

Με ικανοποίηση διαβάζει κανείς τα τελευταία χρόνια για τις πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται κι αναλαμβάνουν κρατικοί και (ή) δημοτικοί παράγοντες ή άλλοι φορείς, για την διάσωση κι ανάδειξη του ισλαμικού παρελθόντος πόλεων και περιοχών. Στις Σέρρες, στο Ρέθυμνο, στην Καβάλα, στα Γιάννενα, στα Γιαννιτσά, στα Τρίκαλα, στη Λάρισα, στο Διδυμότειχο κι αλλού, αντίστοιχα μνημεία (κατά κύριο λόγο τζαμιά αλλά και ιμαρέτ, δηλαδή πτωχοκομεία ή άλλα οθωμανικά δημόσια και ιδιωτικά κτίρια) έχουν αναδειχθεί με πρωτοβουλία κρατικών, δημοτικών ή άλλων φορέων και χωρίς διαχωρισμούς ή στεγανά ως προς την θρησκευτική ή εθνοτική ταυτότητα των κτιρίων σε χώρους προβολής της συνολικής ιστορίας του τόπου ή σε χώρους παραγωγής πολιτιστικής δράσης, εντάσσοντας τους στην ίδια την λειτουργία των τοπικών κοινωνιών ως πυρήνες παραγωγής πολιτισμού, διαλόγου και καλλιτεχνικής έκφρασης, με ήπιες χρήσεις και σεβασμό στην θρησκευτική καταγωγή των μνημείων.

Η Βέροια είναι η μοναδική πόλη, όπου επιτράπηκε η μετατροπή ενός τεμένους όχι σε έναν χώρο διαπολιτισμικής ή πολυπολιτισμικής αναφοράς και ήπιων δράσεων ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος αλλά σε ένα παράρτημα του Μητροπολιτικού μεγάρου κι όπου από καιρού εις καιρόν βιάζεται η ιερότητα και η θρησκευτική ταυτότητα του κτιρίου με λογιών-λογιών εκδηλώσεις και συνάξεις.

Τα μνημεία ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν της πόλης, κάθε πόλης. Και φέρουν πάνω τους τις πατέντες ανθρώπων με διαφορετικά θρησκευτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Τα τζαμιά και οι συναγωγές δεν χτίστηκαν από μουσουλμάνους ή εβραίους μόνον. Ήταν προϊόντα συνάντησης και συνύπαρξης πολιτισμών κι ως τέτοια πρέπει να ειδωθούν, ανεξάρτητα από τον ιδιαίτερο θρησκευτικό τους χαρακτήρα. Αλλά ως τέτοια πρέπει και να τα σεβαστούμε. Όχι όμως ως μνημεία των Άλλων αλλά όλων μας (και στους όλους ανήκουν και οι Άλλοι).

Συνεπώς, δεν δικαιούται η Μητρόπολη να χρησιμοποιεί ανέλεγκτα το εσωτερικό του χώρου, αποδομώντας σιγά-σιγά τον ισλαμικό χαρακτήρα και την πολιτισμική ταυτότητα του μνημείου, προσπαθώντας «σώνει και καλά» να το επαναπροσδιορίσει ως τοπόσημο χριστιανικό, συμπεριφερόμενη με τρόπο που παραπέμπει σε συμπεριφορές κατακτητή κι αλαζόνα αυτοκράτορα.
Τούτη τη συμπεριφορά που επιδεικνύει η Μητρόπολη, συμπεριφερόμενη ως ιδιοκτήτρια μεζονέτας κι όχι ενός αλλόθρησκου μνημείου στο οποίο πρέπει μια άλλη μεταχείριση και συμπεριφορά, πρέπει πρώτα απ’ όλα να ελέγξει και να ανακόψει ο θεσμικός φορέας που εγγυάται τον μνημειακό (ιστορικό και αλλ0-θρησκευτικό) χαρακτήρα του τεμένους, δηλαδή το Υπουργείο Πολιτισμού και η αρμόδια Εφορεία Μνημείων. Στο κάτω-κάτω της γραφής η αναστήλωση δεν έγινε με χρήματα που προήλθαν από την ατομική περιουσία του Μητροπολίτη ή από την περιουσία της Μητρόπολης αλλά με συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ελληνικού Δημοσίου. Συνεπώς, έχει ο καθένας μας κάθε λόγο να διερωτάται εάν επενδύθηκαν ορθά και συνετά οι φόροι που πληρώνει. Κι εφόσον πρόκειται για κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να βλέπαμε τις αντιδράσεις του Γάλλου, του Βέλγου ή του Γερμανού φορολογούμενου στην είδηση: που και κυρίως με ποιο τρόπο επενδύονται τα χρήματα που πληρώνει ως φόρους.

Νομικά θα ήταν δυσχερέστατη, σχεδόν αδύνατη θα ‘λεγε κανείς, η αφαίρεση της κυριότητας του τεμένους από την ιδιοκτησία της Μητρόπολης Βέροιας, εκτός κι αν βρεθεί ο τολμηρός δημόσιος ή δημοτικός παράγοντας που είτε θα κινήσει τις διαδικασίες απαλλοτρίωσης του, αφού πρόκειται για προστατευόμενο από το Κράτος μνημείο, είτε θα διαπραγματευτεί και πετύχει την αγορά του. Ανεξάρτητα από τις νομικές ευχέρειες ή δυσχέρειες, ο τοπικός Επίσκοπος έχει ηθική υποχρέωση να παραδώσει (ακριβέστερα, δωρίσει) το μνημείο στο Κράτος ή στο Δήμο για την προσδοκώμενη αξιοποίηση του. Στο κάτω-κάτω της γραφής αγοράστηκε (στον καιρό που αγοράστηκε), δίχως να απαλλοτριώσει ο τότε Μητροπολίτης ατομικά περιουσιακά του στοιχεία, αλλά από τα έσοδα μιας ικανής εκκλησιαστικής περιουσίας (προϊόν γενναίων δωρεών του ευλαβούς ποιμνίου) κι από το υστέρημα του οβολού των ευλαβών προσκυνητών των ναών της μητροπολιτικής περιφέρειας κι όχι βέβαια από τη δεξιά τσέπη του ράσου.
Αλλά ποιος Δήμαρχος τολμά να θίξει τις ισορροπίες αυτές!

Είναι βέβαια γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία στη μακρά περίοδο μετά την οριστικοποίηση των συνόρων της χώρας, ζυμώθηκε με αποστροφή προς τα αλλόθρησκα μνημεία. Η απενοχοποίηση κι αποδαιμονοποίηση των αλλόθρησκων μνημείων και η ένταξη τους στη συλλογική συνείδηση όχι ως μνημείων των Άλλων αλλά ως πολυπολιτισμικού παρελθόντος στο οποίο ανήκουμε τόσο Εμείς όσο και οι Άλλοι -άλλοτε σε πορεία σύγκρουσης κι άλλοτε σε πορεία συνάντησης, συνύπαρξης κι αλληλεπίδρασης, είναι μια διαδικασία –αλήθεια- όχι και τόσο εύκολη. Όμως αυτά για να συμβούν απαιτούν να διαχειρίζονται τις τύχες των πόλεων άνθρωποι με όραμα, έτοιμοι να συγκρουστούν και να επιχειρήσουν ανατροπές. Απαιτούν στρατηγικούς σχεδιασμούς που θα επανασχεδιάζουν τον δημόσιο χώρο ορθολογικά αλλά και ομνύοντας, όχι στον πολιτισμό των πανηγυριών, αλλά στον πολιτισμό της ποιότητας ζωής και σε αυτόν που δεν φοβάται λ.χ. να αξιοποιεί και να προβάλει αλλόθρησκα μνημεία.
Αλλά προφανέστατα οι δημοτικές αρχές της Βέροιας, όπως και σε πολλά άλλα ζητήματα, δεν θέλουν –κατά την προσφιλή τακτική τους- «να σπάσουν αυγά». Περιορίζονται, χωρίς όραμα, στο να καγχάζουν με την ατολμία τους, αποφεύγοντας ρήξεις και τομές. Κάπως έτσι -κι όσο δεν αντιδρούν οι θεσμικοί προστάτες των μνημείων, οι αρχιτέκτονες αλλά και συνολικά η κοινωνία των πολιτών- χάνεται το στοίχημα του Μενδρεσέ. Κάπως έτσι θα χαθεί και το Ορτά Τζαμί.



Γιώργος Λιόλιος


  • Το άρθρο δημοσιεύεται έντυπα στο φύλλο της 2ας Ιουλίου 2010 της καθημερινής εφημερίδας της Βέροιας "Μακεδονική"